Mπαλλής: “Να βρεθεί ένας παρόμοιος Καρυπίδης και στο μπάσκετ – Ευτυχώς ήρθε ο Μπούργος”
Ο Ανδρέας Μπαλλής, που έφυγε… νικητής από το γνωστό παιχνίδι “Deal”, μίλησε στο “Yellow Radio FM 101,7” και αναφέρθηκε στα πάντα σε ό,τι αφορά τον αγαπημένο του Άρη
Είναι ο γιος του -σπουδαίου- βετεράνου ποδοσφαιριστή του Άρη, Ντίνου Μπαλλή ενώ ο ίδιος έπαιξε στην ομάδα μπάσκετ των “κιτρίνων”, έχοντας ζήσει από κοντά τον αξέχαστο τελικό των… απλήρωτων. Ο λόγος για τον Ανδρέα Μπαλλή, ο οποίος κέρδισε 9.000 ευρώ στο γνωστό παιχνίδι “Deal”, βάζοντας και την… πινελιά του Άρη, μιας και ακούστηκε ο ύμνος των “κιτρίνων”. Σε μια απολαυστική συνέντευξη, στο “Yellow Radio FM 101,7” και στην εκπομπή “Box το Box”, o Aνδρέας Μπαλλής αναφέρθηκε σε… όλα! Στην παρουσία του στο “Deal”, στον μπασκετικό και τον ποδοσφαιρικό Άρη αλλά και στον Χερμάν Μπούργος. Αναλυτικά, όσα δήλωσε:
Για το ότι άλλοι φίλοι του Άρη δεν είχαν κερδίσει στο “Deal”: “Είναι και ο λόγος που δεν πήρα το κασκόλ μαζί μου… Δεν πήρα ούτε μπλούζα, ούτε κάποιο διακριτικό γιατί ήξερα πως όποιος κάνει κάτι τέτοιο, δεν παίρνει φράγκο! Από την στιγμή, που πήγαμε στο παιχνίδι για να κερδίσουμε κάτι, γι’ αυτό δεν πήρα κάτι μαζί μου… Όμως, έβαλαν (σ.σ. στο παιχνίδι) τον ύμνο του Άρη και μου συμπεριφέρθηκαν πάρα πολύ ωραία. Δεν έχω παράπονο”.
Για την εμπειρία του στο συγκεκριμένο παιχνίδι: “Ήταν μια πάρα πολύ ωραία εμπειρία. Πρόκειται για μια φοβερή παραγωγή, με πολύ καλά παιδιά και συντελεστές. Είναι ένα παιχνίδι τύχης. Θα μπορούσα, βέβαια, να πάρω και περισσότερα χρήματα όμως είμαι πολύ ικανοποιημένος παρ’ ότι δεν άκουσα στους γονείς μου στην αρχή, γιατί μου έλεγε η μανούλα μου «πάρτα, πάρτα» στα 16.000 ευρώ. Εγώ συνέχισα αλλά είχαμε καλή κατάληξη. Όταν τα πηγαίνεις καλά και συνεχίζεις στο παιχνίδι, είναι γεγονός πως παρασύρεσαι. Είναι διαφορετικά όταν ανοίγεις το κουτί και διαφορετικό όταν παίζεις. Έχεις τους παίκτες απέναντί σου, έχεις τα άτομα της παραγωγής… Σε παρασύρει και ο Φερεντίνος που είναι δυνατός σε αυτό. Σου μιλάει για να συνεχίσεις. Πάντως, η τύχη ήταν με το μέρος μου. Σχετικά με τον Φερεντίνο, είναι Ολυμπιακός αλλά και φιλο-Αρειανός! Γνωρίζει την ιστορία του Άρη σε μπάσκετ και ποδόσφαιρο. Θαυμάζει τον Άρη και μου έλεγε παλιές ιστορίες από αγώνες που έγιναν”.
Για το μπάσκετ του Άρη, στο οποίο αποτέλεσε παίκτη της ομάδας παλαιότερα: “Η ομάδα μας ταλαιπωρείται χρόνια στο μπάσκετ. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, πριν περίπου 25 χρόνια που έπαιζα μπάσκετ, υπήρχε ταλαιπωρία… Είχαμε πάρει Κύπελλο με επτά παίκτες. Θέλουμε ένα σοβαρό επενδυτή στο μπάσκετ. Μακάρι να βρεθεί, όπως βρέθηκε ο Καρυπίδης στο ποδόσφαιρο… Είναι σοβαρότατος, δεν με νοιάζει το τι λένε. Εγώ βλέπω ότι το ποδόσφαιρο ρολάρει καλά. Να βρούμε έναν παρόμοιο άνθρωπο και στο μπάσκετ. Οι άνθρωποι της ΚΑΕ προσπαθούν, αλλά χρειάζεται και ένας επενδυτής. Και στη παρούσα φάση, επίσης, χρειάζεται να βοηθήσει και ο κόσμος”.
Για το ότι αποτέλεσε καλαθοσφαιριστή του Άρη: “Επειδή εγώ είμαι και οπαδός της ομάδας, είναι κάτι το ανατριχιαστικό το ότι έβαλα την φανέλα του Άρη… Έτυχε να παίζει και ο πατέρας μου στον Άρη, κάνοντας μεγάλη καριέρα ενώ ο παππούς μου ήταν φανατικός φίλαθλος. Εγώ από την κερκίδα, βρέθηκα ξαφνικά στον πάγκο και αυτό είναι ανατριχιαστικό”.
Για την καλύτερη ανάμνηση που έχει: “Είναι το Κύπελλο Ελλάδας (1998)… Δεν θα το ξεχάσω. Εκείνο που ήμασταν επτά παίκτες. Δεν το πίστευε κανείς πως θα κερδίσουμε τον Παναθηναϊκό στον ημιτελικό. Πήγαμε, όμως, ενωμένοι και ψυχωμένοι. Ήμασταν μια παρέα τότε. Μπορεί να είχαμε μείνει 7-8 παίκτες, αλλά πηγαίναμε είτε για καφέ, είτε για φαγητό και ήμασταν μαζί, μια παρέα. Θυμάμαι, πριν τον τελικό, ήμασταν στο μαγαζί του Ντίνου Αγγελίδη και πήγαμε για καφέ. Μετά, φάγαμε. Έπειτα, πήγαμε όλοι μαζί στο παιχνίδι. Δηλαδή, δεν είχαμε πάει στο ξενοδοχείο. Κερδίσαμε τον Παναθηναϊκό και βγήκαμε έξω παράνομα… Μετά, γυρίσαμε πίσω και στον τελικό επαναλήφθηκε το ίδιο. Κερδίσαμε την ΑΕΚ του Ιωαννίδη. Δεν πιστεύω, ότι αυτό θα μπορούσε να ξαναγίνει. Μόνο ο Άρης θα μπορούσε να το κάνει αυτό! Ήταν μια φοβερή εμπειρία”.
Για το πώς επέλεξε να παίξει μπάσκετ ενώ ο πατέρας του ήταν ποδοσφαιριστής του Άρη: “Πιο μικρός έπαιζα ποδόσφαιρο, αλλά ο παππούς μου -ο πατέρας του πατέρα μου- έλεγε ο «μπαμπάς σου έπαιξε ποδόσφαιρο, εσύ θα παίξεις μπάσκετ». Έτσι, πήγα στο μπάσκετ, τότε. Το ποδόσφαιρο μου άρεσε ένα κλικ περισσότερο, αλλά αρχίζοντας να παίζω μπάσκετ, δενόμουν με το άθλημα. Έπαιρνα και μπόι, ψήλωνα…”.
Για την θέση στην οποία έπαιζε: “Αρχικά, στο ποδόσφαιρο, τερματοφύλακα ήθελαν να με βάζουν, αν και εγώ προτιμούσα την θέση του επιθετικού. Στο μπάσκετ, τις έπαιζα όλες τις θέσεις γιατί ήμουν ψηλός”.
Για την τωρινή ομάδα ποδοσφαίρου του Άρη: “Στο ποδόσφαιρο αυτό που βλέπω και συζητάω με τον πατέρα μου, είναι πως αλλάξαμε προπονητή και δεν γυρνάμε την μπάλα πίσω στην εστία. Είχα κουραστεί να βλέπω να μη πηγαίνει η μπάλα μπροστά. Ευτυχώς που ήρθε ο Μπούργος και αρχίζω να βλέπω κάθετες μπαλιές, να «ανοίγει» το γήπεδο, να καλύπτει ο ένας τον άλλον, να τρέχουν πολύ. Έχουμε πολύ καλές μονάδες στο ποδόσφαιρο. Αυτό που βλέπω εγώ είναι πως όλοι οι παίκτες μας είναι αθλητικοί, όλοι τρέχουν, όλοι έχουν την στόφα του καλού παίκτη. Το θέμα είναι και να δέσουν. Παρατηρώ πως πλέον «ανοίγει» το γήπεδο, έχει δέσει το κέντρο και ευχαριστιέμαι αυτό που βλέπω. Ελπίζω να μπούμε στα πλέι οφ. Αυτό θα φανεί την τελευταία αγωνιστική και θα κριθεί και από το CAS”.
Για την περίοδο που έπαιζε στο ποδόσφαιρο του Άρη ο πατέρας του: “Έχω ακούσει πάρα πολλά. Για ιστορίες, θα σας πει ο πατέρας μου… Την εποχή του μπαμπά μου, ο Άρης είχε φοβερή ομάδα. Τον μπαμπά μου, τον έβλεπα σε αυτοκόλλητα τότε! Για μένα είναι μεγάλη τιμή το ότι εκτός από καλός ποδοσφαιριστής, είναι 100 φορές καλύτερος ως πατέρας. Για μένα αυτό είναι μεγάλη υπόθεση. Σχετικά με το κομμάτι του ποδοσφαίρου, όταν ήμουν μικρός δεν καταλάβαινα τότε καλά το άθλημα. Όταν, όμως, μεγάλωσα, άρχισα να καταλαβαίνω κάποια πράγματα. Αν παρακολουθήσετε το ματς με την Περούτζια, οι παίκτες ήταν σαν να παίζουν playstation. Τόσο γρήγοροι ήταν, τόσο καλά άλλαζαν την μπάλα… Έτρεχαν διαφορετικά, έπαιζαν με άλλο πάθος και μάλιστα δεν είχαν τότε την τεχνογνωσία που έχουν τώρα. Είχαν μόνο την προπόνηση ενώ υπήρχαν και μακράς διάρκειας συμβόλαια, 10 χρόνια ή και 15 χρόνια. Έτσι, οι ομάδες δενόταν τότε. Τώρα, οι ομάδες αργούν να δέσουν και αυτό είναι πρόβλημα της εποχής. Τότε, αυτό δεν συνέβαινε, γιατί ήταν για πολλά χρόνια στην ομάδα οι παίκτες”.