Oι-o Alexander Hacke και η Danielle de Picciotto. Σύντροφοι, καλλιτέχνες, πολίτες του κόσμου.
Για τους ανθρώπους που γεννήθηκαν στα μέσα της δεκαετίας του ’80, όπως εγώ, το πολιτιστικό Βερολίνο της δεκαετίας του ’80 είναι κάτι σαν μύθος. Μετά από όλα αυτά τα χρόνια και από απόσταση, για ποιο λόγο πιστεύετε ότι η συγκεκριμένη εποχή στη συγκεκριμένη πόλη είναι τόσο γοητευτική για όλους μας;
Danielle: Νομίζω ότι η δεκαετία του ’80 στο Βερολίνο είναι τόσο γοητευτική γιατί αυτό που βιώσαμε τότε ήταν το ακριβώς αντίθετο από αυτό που βιώνουμε τώρα. Το Βερολίνο τη δεκαετία του ’80 ήταν πολύ φτηνό. Είχαμε τεράστια διαμερίσματα που κόστιζαν 50 μάρκα (25 ευρώ) το μήνα και τα λεφτά δεν αποτελούσαν πρόβλημα. Ο κόσμος δεν χρειαζόταν να περνάει τη ζωή του ανησυχώντας για το πώς θα επιβίωνε και μπορούσε να περνάει τον καιρό του με το να είναι δημιουργικός, με το να διασκεδάζει, με το να πειραματίζεται με ιδέες και με το να συνεργάζεται. Επειδή δεν υπήρχε φτώχεια, δεν υπήρχε και έγκλημα, οπότε κανένας δεν φοβόταν και μια απίστευτη δημιουργική ενέργεια είχε αφεθεί ελεύθερη. Η ενέργεια ήταν πολύ ατομική και όχι εκ προμελέτης, γιατί δεν μας έλεγχαν μεγάλες βιομηχανίες που ήθελαν να βγάλουν κέρδος από τα πάντα, οπότε οι τρελές ιδέες ήταν δυνατές και αποδεκτές.
Δεν ακολουθούσαμε τάσεις ή μόδες. Τουναντίον, επαναστατήσαμε εναντίον τους. Δεν θέλαμε να είμαστε πλούσιοι. Θέλαμε να είμαστε διαφορετικοί. Κι έτσι δημιουργήσαμε έναν διαφορετικό κόσμο. Έτσι μεγάλωσε ο μύθος του Βερολίνου.
Και οι δυο σας έχετε αμέτρητες συνεργασίες με έναν τεράστιο αριθμό καλλιτεχνών και ο καθένας σας έχει κυκλοφορήσει και τις δικές του συνθέσεις. Ποια είναι η καλλιτεχνική σας πλευρά που καλύπτεται από τη συνεργασία σας στους hackedepicciotto;
Alexander: Οι hackedepicciotto βασίζονται ουσιαστικά στην αλληλεπίδραση ανάμεσα στη Danielle και εμένα. Σε αντίθεση με άλλα πρότζεκτ, όπου μπορεί να υπάρχει ένα αφηρημένο υποκείμενο ή η απαίτηση ενός συγκεκριμένου genre, αυτό αφορά το επίπεδο συγκέντρωσης το οποίο μπορούμε να επιτύχουμε και το αποτέλεσμα είναι μουσική που αντιπροσωπεύει αυτή τη νοητική κατάσταση.
Όταν σκρολάρω το λογαριασμό σας στο Instagram, ένας χαρακτηρισμός που περνάει από το μυαλό μου είναι «ταξιδιώτες του κόσμου». Κι αυτό είναι επίσης πολύ εμφανές στη μουσική σας: στοιχεία και ήχοι από όλες τις κουλτούρες και όλους τους πολιτισμούς. Προσπαθείτε εσκεμμένα να δώσετε αυτό τον τόνο στη μουσική σας ή είναι αυτό απλά δική μου ερμηνεία; Με ποιον τρόπο τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (Facebook, Twitter, Instagram) και το διαδίκτυο εν γένει σας έχουν βοηθήσει να δημιουργήσετε και να προωθήσετε την τέχνη σας;
Danielle: Είμαστε νομάδες από το 2010. Αφήσαμε το σπίτι στο Βερολίνο γιατί σιχαθήκαμε το gentrification και την άνοδο των ενοικίων και αποφασίσαμε να ταξιδέψουμε τον κόσμο μέχρι να βρούμε ένα μέρος στο οποίο θα μπορούμε να απολαύσουμε τη ζωή, να επιβιώσουμε ως καλλιτέχνες με την τέχνη μας και να κερδίζουμε αρκετά λεφτά ώστε να επιβιώσουμε. Δεν έχουμε βρει ακόμα αυτόν τον παράδεισο στον μοντέρνο καπιταλισμό κι έτσι συνεχίζουμε να ταξιδεύουμε και να κάνουμε τουρνέ μέχρι κάτι να προκύψει. Χωρίς το διαδίκτυο αυτό δεν θα ήταν δυνατό, γιατί τα πάντα τα οργανώνουμε από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η μουσική μας είναι η ιστορία των ταξιδιών μας – είναι το soundtrack στην ταινία των νομαδικών μας περιπετειών και μιλάει για το τι έχουμε μάθει στο δρόμο.
Νιώθετε καθόλου νοσταλγία για τους καιρούς προ του διαδικτύου;
Alexander: Είναι μια σχέση αγάπης/μίσους, υποθέτω. Από τη μια είναι μεγάλο πλεονέκτημα το να έχεις αυτές τις ελεύθερες πλατφόρμες για να αλληλεπιδράμε με πιθανούς πελάτες και να προμοτάρουμε ανελέητα τη δουλειά μας και από την άλλη έχει ως επακόλουθο το να επικοινωνείς με ανθρώπους υπό τον μανδύα της αποστασιοποίησης λόγω ανωνυμίας. Μπορείς να ισχυρίζεσαι κάθε είδους πράγματα, ενώ κρύβεσαι πίσω από ένα άβαταρ. Δε συμφωνώ με την έννοια της νοσταλγίας, τουναντίον αγαπώ τις αληθινές σχέσεις μου, ενώ με χαρά χρησιμοποιώ το διαδίκτυο για αυτό που είναι.
Η Danielle γράφει τους περισσότερους στίχους σας και ο Alexander τους τραγουδάει. Ποια είναι λοιπόν η δημιουργική διαδικασία που ακολουθείτε για να συνθέσετε τη μουσική σας;
Danielle: Προσπαθούμε να συνθέτουμε τόσο αυθόρμητα όσο ο νομάδικος τρόπος ζωής μας μάς το επιτρέπει. Αν ο ένας μας έχει μια ιδέα ξεκινάμε με αυτήν και συνεχίζουμε διαισθητικά. Έχουμε παρατηρήσει ότι το μέρος/η πόλη/η χώρα όπου ηχογραφούμε επιδρά πολύ σε αυτό που καταλήγει να είναι η μουσική μας, οπότε αυτό αποτελεί τεράστια πηγή έμπνευσης. Λατρεύω το γράψιμο, πάντα το λάτρευα, οπότε συνήθως έχω τόνους ποιημάτων και σκέψεων που τα παίρνω από το ημερολόγιό μου και τα κάνω στίχους για τη μουσική. Οι στίχοι έρχονται πάντα τελευταίοι.
Ποια ήταν η έμπνευση πίσω από το videoclip για το “Awake”; Οι υποβρύχιες λήψεις ήταν πολύ ενδιαφέρουσες και πολύ ταιριαστές με το τραγούδι. Υπάρχει κάποια ιδιαίτερη ιστορία πίσω από το γύρισμα;
Danielle: Στην πραγματικότητα λατρεύω την ιστορία γι’ αυτό το videoclip. Αφού είχαμε ηχογραφήσει το τραγούδι, αμέσως ήξερα τι είδους videoclip χρειαζόμουν. Ήθελα να είναι σε ένα πολύ συγκεκριμένο είδος βάρκας, σαν αυτές στο «Αποκάλυψη τώρα!». Προφανώς και εμείς δεν έχουμε, ούτε μπορεί κάποιος από εμάς να πλοηγήσει μία και δεν είχαμε και καθόλου λεφτά. Αλλά η ιδέα δεν έφυγε από το μυαλό μου. Οπότε μετά από κάνα δυο μήνες ξεκίνησα να ρωτάω φίλους αν ήξεραν κανέναν, και ένας απ’ αυτούς είπε ότι είχε ένα φίλο που είχε βάρκα. Οπότε ρώτησα εκείνον. Είχε δυο βάρκες αλλά ήταν πολύ σύγχρονες. Αλλά αυτός ο τύπος είπε ότι είχε έναν άλλο φίλο με μια άλλη βάρκα και αυτή τη φορά επρόκειτο για το τέλειο πλοιάριο. ΚΑΙ: οι ιδιοκτήτες των βαρκών αυτών ήταν επίσης επαγγελματίες εικονολήπτες που ειδικεύονταν στις υποβρύχιες λήψεις! ΚΑΙ: επειδή τους αρέσει η μουσική μας, είπαν ότι θα τα έκαναν όλα δωρεάν!! Οπότε εντελώς ξαφνικά είχαμε βάρκα, καπετάνιο και δυο επαγγελματικές κάμερες!!
Μου φάνηκε λες και είχε συμβεί ένα θαύμα και νιώθω απίστευτα ευγνώμων μέχρι και σήμερα που το όνειρό μου με κάποιον μαγικό τρόπο βγήκε αληθινό.
Ο λόγος για τον οποίο ήθελα να είναι σε μία βάρκα είναι ότι το τραγούδι έχει βασικά να κάνει με το υποσυνείδητό μας και με τον τρόπο με τον οποίο αυτό επηρεάζει τις ζωές μας. Οπότε η βάρκα είναι συμβολική για την καθημερινή ζωή μας και το νερό από κάτω είναι το υποσυνείδητο. Έκανα τον ουρανό να αντικατοπτρίζει το νερό γιατί οι ψυχές μας/ τα πνεύματά μας επιπλέουν πάνω από το σώμα και αποτελούν άλλη μια μυστική οντότητα στις ζωές μας, που είναι επίσης μέρος του υποσυνειδήτου.
“Menetekel” σημαίνει «η γραφή στον τοίχο» (“the writing on the wall”) και θεωρώ ότι προφανώς αναφέρεται στο δείπνο του Βαλτάσαρ από το Βιβλίο του Δανιήλ. Θα ερμήνευα τον τίτλο του άλμπουμ ως «ο σκοτεινός κόσμος στον οποίο ζούμε μετρήθηκε (μάνη), ζυγίστηκε (θεκέλ) αλλά δεν διαιρέθηκε (φάρες) ακόμα». Μπορεί όμως και να κάνω λάθος, οπότε θα ήθελα να μάθω αν υπάρχει συγκεκριμένος λόγος για τον οποίο ο τίτλος του άλμπουμ δεν περιλαμβάνει την τρίτη λέξη της προφητείας.
Alexander: Σωστά, από αυτή τη Γραφή προέρχεται ο τίτλος. Στα γερμανικά, η λέξη “Menetekel” χρησιμοποιείται για να περιγράψει έναν οιωνό, μια προφητική αίσθηση γνώσης ότι τα πράγματα πρόκειται να αλλάξουν, όπως λες στα αγγλικά “the writing on the wall”, που επίσης βασίζεται σε αυτό το μύθο και ναι, νιώθουμε ότι για να ξαναχτίσουμε έναν συμπονετικό κόσμο, η πτώση του υπάρχοντος συστήματος είναι επιτακτική και αναπόφευκτη.
Σε μια από τις συνεντεύξεις σας, ο Alexander έχει δηλώσει ότι «η έρημος πάλλεται από ενέργεια. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι είναι ένα στείρο και νεκρό τοπίο, αλλά στην πραγματικότητα σφύζει από ζωή». Ως εκ τούτου, με ποιον τρόπο η έρημος Μοχάβε επηρέασε την ηχογράφηση και τη δημιουργία του “Perseverantia”;
Danielle: Η έρημος αποτελεί το λίκνο του ανθρωπίνου είδους. Σου θυμίζει τα σημαντικά πράγματα στη ζωή. Όλα τα άλλα γίνονται ανόητα… Για αυτό είναι το τέλειο μέρος για να ηχογραφήσεις μουσική. Αν η τέχνη δεν εκφράζει κάποιο είδος αιώνιας αλήθειας ή σοφίας, είναι επιφανειακή. Η έρημος μας θύμισε ότι ζούμε σε έναν πλανήτη μέσα σε ένα τεράστιο σύμπαν. Αυτό συνήθως το αγνοούμε στις πόλεις. Κάνουμε λες και οι άνθρωποι είμαστε δυνατότεροι από τη φύση και μπορούμε να κάνουμε ό, τι θέλουμε με αυτή. Αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια. Η φύση είναι πολύ δυνατότερη από το ανθρώπινο είδος, γιατί εμείς είμαστε μόλις ένα πολύ μικρό μέρος της. Αυτές οι σκέψεις μας έκαναν να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε γιατί είμαστε πάνω στη γη και ποιος είναι ο ρόλος ή η ευθύνη μας. Το “Perseverantia” έχει να κάνει με αυτά τα παγκόσμια θέματα και με τις νομαδικές μας εμπειρίες. Οπότε η ηχογράφηση στην έρημο ήταν μια τεράστια επιρροή.
Να περιμένουμε σύντομα νέα μουσική από εσάς;
Alexander: Ήδη γράφουμε καινούριο υλικό, μέρη του οποίου ερμηνεύονται και ραφινάρονται κατά τις ζωντανές εμφανίσεις μας και σχεδιάζουμε να ηχογραφήσουμε ένα νέο άλμπουμ αυτό το καλοκαίρι. Υποτίθεται ότι θα είναι το κεντρικό μέρος ενός τριπτύχου, αν θέλεις. Η ουσία του τρέχοντος δημιουργικού μας εγχειρήματος, με το “Perseverantia” και το “Meneketel” εκατέρωθεν.
Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια – βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα;
Danielle: Βραχυπρόθεσμα: Για το υπόλοιπο αυτής της χρονιάς οι Neubauten θα ηχογραφούν το καινούριο τους άλμπουμ, οπότε ο Alexander θα είναι απασχολημένος σε αυτό το μέτωπο. Εγώ θα κυκλοφορήσω τη δεύτερη σόλο δουλειά μου στις 15 Μαΐου στο αγγλικό label “Louder Than War” και θα περιοδεύσω όσο το δυνατόν περισσότερο με αυτό. Είναι ένας πειραματικός ηλεκτρονικός spoken word and sound δίσκος. Το άλμπουμ θα περιέχει επίσης έναν κατάλογο με την τέχνη μου, την οποία ψάχνω και να την εκθέσω. Τελειώνω επίσης κάνα δυο βιβλία πάνω στα οποία δουλεύω για κάμποσο καιρό.
Μακροπρόθεσμα: Ο Alexander κι εγώ θα συνεχίσουμε να ταξιδεύουμε ανά τον κόσμο ψάχνοντας για ένα μέρος να εγκατασταθούμε. Το όνειρό μας είναι να δημιουργήσουμε έναν μουσικό οίκο όπου θα μπορούμε να προσκαλούμε κόσμο να διαμένει και να δημιουργήσουμε έτσι μια καλλιτεχνική κοινότητα.
Μπορείτε να μας περιγράψετε τι πρέπει να περιμένουμε ότι θα δούμε και θα ακούσουμε στο live σας στην Αθήνα στις 30 Μαρτίου;
Alexander: Να περιμένετε να αποσπαστείτε από την αντίληψη που έχετε για την πραγματικότητα και να μεταφερθείτε σε ένα αχαρτογράφητο πεδίο του εαυτού. Πάντα στοχεύουμε στο να δημιουργούμε ένα επίπεδο έντασης, που να πηγαίνει πέρα από μια συνήθη συναυλία, όπου οι μουσικοί ερμηνεύουν τραγούδια με στίχους και ρεφρέν, και αντίθετα προσπαθούμε να εγκαθιδρύσουμε μια δόνηση, που να επιτρέπει σε όλους στο χώρο να αντηχήσουν στο ίδιο ηχητικό και συναισθηματικό μήκος κύματος.
ΠΗΓΗ:http://www.mic.gr