Όταν μιλάμε για blues στην Ελλάδα, αυτόματα πάει το μυαλό στον Ηλία Ζάικο και τους Blues Wire. Είναι το πρώτο όνομα που θα πέσει στη συζήτηση.
Η συνεπής πορεία τους επί τρεισήμισι δεκαετίες στη μουσική, με το δικό της συναίσθημα, τους κατατάσσει στην πρώτη γραμμή του blues, ως το πιο αναγνωρίσιμο όνομα σ’ ένα είδος που θέλει ψυχή να το υποστηρίξεις στη χώρα μας, αλλά και γενικότερα. Ίσως και το μόνο ελληνικό συγκρότημα που είναι γνωστό στο εξωτερικό, όχι μόνο από τις συμμετοχές σε φεστιβάλ blues, αλλά και λόγω των πολύ πετυχημένων συνευρέσεων τους στη σκηνή με σπουδαία ονόματα των οποίων ήταν η support μπάντα όταν εμφανίστηκαν στην Ελλάδα: Louisiana Red, Big Time Sarah, John Hammond, Angela Brown, Lurrie Bell κ.α. Επίσης έχουν ανοίξει τις συναυλίες των Buddy Guy, John Mayall, Albert King, Otis Rush, Fabulous Thunderbirds, ενώ ιστορικές έχουν μείνει οι βραδιές στο Κύτταρο με το Γιάννη Σπάθα. Προς τιμήν του, η ηγετική φυσιογνωμία του σχήματος, o Ηλίας Ζάικος, διατηρεί το όνομα του συγκροτήματος παρ’ ότι εδώ και καιρό εμφανίζεται ως τρίο και δεν έχει προτάξει το δικό του όνομα στον τίτλο των Blues Wire.
Σεμνός και ανήσυχος μουσικός, αλλά και σπουδαίος περφόρμερ με τα blues στο πετσί του, παράλληλα με το συγκρότημα έχει τη δική του προσωπική δισκογραφία που ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 80. Ο Ηλίας Ζάικος εμφανίστηκε στα μουσικά δρώμενα το 1983, σχηματίζοντας στη Θεσσαλονίκη, μαζί με μια παρέα τρελαμένων με το blues, αρχικά τους Blues Gang μαζί με τους Λεωνίδα Σταματιάδη, Νώντα Ερκέκογλου, Σωτήρη Ζήση ηχογραφώντας δύο μεγάλους δίσκους κι ένα μίνι lp. Το 1986 σχημάτισε τους Blues Wire: Γιώργος Μπαντούκ Αποστολάκης, Γιώργος Δημητριάδης, Νίκος Ντουνούσης, Σωτήρης Ζήσης, Αλέξανδρος Αποστολάκης.
Από το 1987 έχουν ηχογραφήσει 13 άλμπουμ (ανάμεσά τους και δύο άλμπουμ ως Blues Wire: 031 την περίοδο 1987-88), με πιο πρόσφατο το περσινό «NOS». Επίσης, ως Acoustic Wire, ο Ζάικος μαζί με τον Ζήση κυκλοφόρησαν το 2006 ένα άλμπουμ. Από τότε έχουν περάσει αρκετά μέλη από τους Blues Wire και σήμερα συνεχίζουν ως τρίο με τον σταθερό συμπαίκτη του Ζάικου, τον μπασίστα Σωτήρη Ζήση και την ντράμερ Νίκη Γουρζουλίδου. Με τη σύνθεση αυτή θα εμφανιστούν στο Κύτταρο την Παρασκευή 11 Οκτωβρίου, μαζί με τους Vavoura Band, σε μια πολύ δυνατή blues – rock νύχτα.
Ο Ηλίας Ζάικος, κιθαρίστας, τραγουδιστής, συνθέτης και στιχουργός ξέρει καλά τα μυστικά του blues και μας δίνει το στίγμα των Blues Wire από το σήμερα στο χθες σε μια συζήτηση μαζί του, όπως και οι συναυλίες του: One scotch, one bourbon, one beer! Πάμε λοιπόν!
Σε τι φάση είναι σήμερα οι Blues Wire, μετά από περίπου 4 δεκαετίες πορείας, ποια μέλη τους αποτελούν τώρα και σε τι φάση είσαι τώρα εσύ προσωπικά;
Όσο έχουμε πνευματική και σωματική υγεία και δύναμη να παίζουμε μουσική, είμαστε σε καλή φάση. Το ίδιο και προσωπικά. Τα προβλήματα δεν παύουν, οι εσωτερικές και γενικότερες αναζητήσεις πότε θεριεύουν και πότε ξεκουράζονται, δεν υπάρχει έδαφος για μιζέρια όμως, πώς θα μπορούσε; Η ζωή φάνηκε ιδιαίτερα γενναιόδωρη απέναντι μας, μας άφησε να τη γνωρίσουμε καβάλα στα σύννεφα, θα φανούμε αχάριστοι αν αρχίσουμε τις γκρίνιες, είμαστε καλά. Τα τελευταία χρόνια, ταξιδεύουμε, παίζουμε και ηχογραφούμε σε μορφή τρίο, εγώ, ο Σωτήρης Ζήσης και η Νίκη Γουρζουλίδου.
Τι σας δένει με το άλλο ιδρυτικό μέλος των Blues Wire, τον μπασίστα Σωτήρη Ζήση, τόσα χρόνια «συμπαίκτη» σου και πώς είχε γίνει η γνωριμία σας;
Κοντά μας έφερε η αγάπη για τη μουσική και η λαχτάρα του παιξίματος. Μας δένουν πολλά περισσότερα, κυρίως οι κοινές ηθικές και αξιακές αρχές. Όταν θέλεις να έχεις μπάντα να παίζεις, δεν πας μακριά χωρίς τέτοιου τύπου δεσμούς.
Πώς εισχώρησε ένα γυναικείο μέλος στο γκρουπ, κάτι που είναι ασυνήθιστο για blues μπάντα;
Ενδιαφέρουσα ιστορία αυτή. Είναι ασυνήθιστο, με την έννοια του ότι το μπλουζ θεωρείται μια «ανδρική» κατά βάση μουσική, μέχρι εκεί όμως. Η Νίκη μεγάλωσε ακούγοντας τη μουσική του γκρουπ. Όταν τα συνομήλικα της κοριτσάκια στο σχολείο έγραφαν στα τετράδια και στα βιβλία τους Michael Jackson, Beatles, Madonna κλπ., εκείνη έγραφε Blues Wire! Το έχω δει με τα μάτια μου, μας είχε μεγάλη αδυναμία. Τη γνωρίζουμε από πιτσιρίκι, με τα χρόνια ασχολήθηκε με τα ντραμς και την παρακολουθήσαμε σε συναυλίες με διάφορες μπάντες που έπαιζε. Όταν λοιπόν πριν 12 περίπου χρόνια αναζητούσαμε ντράμερ για το γκρουπ, ο Μανώλης Βουράκης (κι αυτός μέλος της μπάντας για κάποια χρόνια) που τη γνώριζε καλά και είχε συνεργαστεί μαζί της, μας λέει: «ρε σεις, γιατί δε δοκιμάζετε τη Νίκη; Αυτή ξέρει απέξω όλο το ρεπερτόριο σας»! Πράγματι, έτσι ήταν. Έκτοτε πορευόμαστε μαζί, για μένα και τον Σωτήρη αυτή η ιστορία είναι ιδιαίτερα συγκινητική και σημαντική.
Ας πάμε πίσω στο χρόνο να θυμηθούμε τα πρώτα χρόνια δράσης με τους Blues Gang τους πρώιμους δηλαδή Blues Wire. Πώς είχαν σχηματιστεί, από ποια μέλη, κάτω από ποιες συνθήκες;
Οι Blues Gang ήταν τα πρώτα στέρεα βήματα που κάναμε στη μουσική μας πορεία. Η βάση πάνω στην οποία πατήσαμε τα επόμενα χρόνια. Αρχικά παίζαμε σε μια σοφίτα με τον Σωτήρη, πρωτόλεια και ίσως χοντροκομμένα, απλά μπλουζ τραγούδια, Elmore James, Jimmy Reed, είχαμε όμως δύο σοβαρά πλεονεκτήματα. Την αθανασία των εικοσάρηδων και την κάψα της τέχνης. Σύντομα αναζητήσαμε ντράμερ και η ιστορία πήρε τον δρόμο της. Για αρκετό διάστημα έπαιξε ο Διονύσης Στεφανόπουλος, κατόπιν για λίγο καιρό ο Λεωνίδας Σταματιάδης (που ακούγεται στον πρώτο δίσκο) και ο Πάνος Τόλιος (που ακούγεται στους δύο επόμενους). Μόνιμα μέλη ήταν επίσης ο Νώντας Ερκέκογλου (φυσαρμόνικα) από την αρχή σχεδόν και ο Νίκος Ντουνούσης (στους δύο τελευταίους δίσκους) που μας ακολούθησε κατόπιν και στους Blues Wire. Κατά διαστήματα έπαιξαν κι άλλοι μουσικοί στους Blues Gang με πιο χαρακτηριστική περίπτωση αυτή του Δημήτρη Σταρόβα, με τον οποίο για αρκετά χρόνια μεγαλώναμε παρέα.
Πόσο εύφορο ήταν το έδαφος τότε για να σχηματιστεί μια blues μπάντα στη Θεσσαλονίκη, υπήρχαν άλλα σχήματα που έπαιζαν blues και πώς ήταν το μουσικό περιβάλλον στην Ελλάδα την εποχή εκείνη;
Καθόλου εύφορο. Μπορεί η πόλη να βρισκόταν στην απαρχή μιας οργασμικής μουσικής διαδικασίας, για μας όμως που θέλαμε να παίξουμε μπλουζ δεν ήταν εύκολο. Από τους περισσότερους θεωρείτο υποδεέστερο είδος, χωρίς ενδιαφέρον και προοπτική. Οι φίλοι μου άκουγαν Deed Purple & Led Zeppelin κι εγώ Skip James & Son House. Για άλλες μπλουζ μπάντες ούτε λόγος. Η αναζήτηση δίσκων και πληροφορίας για το είδος ένας μικρός Γολγοθάς. Παρ’ όλα αυτά, επειδή γενικά υπήρχε μια συνολική τάση αναζήτησης και δημιουργίας, βρήκαμε κι εμείς τη θέση μας στην πορεία.
Πώς οι Blues Gang μετεξελίχθηκαν σε Blues Wire και ποια ήταν η φιλοσοφία του νέου σχήματος; Ποια χρονιά σχηματιστήκατε;
Το 1986. Ήταν μια προσωπική απόφαση, αφού με την αφέλεια των χρόνων μου και το ρομαντισμό του χαρακτήρα μου, θεώρησα πως εφόσον το γκρουπ μετασχηματίζεται, οφείλει ν’ αλλάξει και όνομα. Το νέο σχήμα πάντως, έδειξε σημάδια βελτίωσης σε αυτό που ονομάζω «καλώς εννοούμενο επαγγελματισμό».
Ποιον θεωρείς σημαντικότερο σταθμό στην πορεία των Blues Wire που σου έρχεαι πρώτα στο μυαλό όταν κάνεις ένα flashback από το χθες στο σήμερα;
Τη θητεία μας στο «Παραρλάμα» (1986-1990), εκεί ζήσαμε ανεπανάληπτες στιγμές, αποκτήσαμε πολύτιμες εμπειρίες, γνωρίσαμε και παίξαμε για πρώτη φορά με αυθεντικούς μουσικούς του μπλουζ από την Αμερική, εκεί ανδρωθήκαμε καλλιτεχνικά. Τις συνεργασίες μας με θρύλους του ιδιώματος, κάτι που δεν αξιολογείται αλλά και δύσκολα εκφράζεται με λέξεις. Προσωπικά, κρατώ μια ιδιαίτερη θέση σε αυτή την κλίμακα, τη στιγμή που πρωτοάκουσα φωνή από το κοινό να ζητάει ν’ ακούσει τραγούδι που είχα γράψει εγώ. Για μένα το συναίσθημα ήταν συγκλονιστικό. Και τόσα άλλα, κατ’ ουσία, σχεδόν κάθε στιγμή που βιώνουμε επί πάλκου, αποτελεί από μόνη της και ένα αξιομνημόνευτο στιγμιότυπο. Είναι η ίδια μας η ζωή.
Η προσωπική σου δισκογραφία ήταν παράλληλη με το συγκρότημα και εξίσου αξιόλογη. Σε αυτή παρουσίασες κάποια πράγματα πιο προσωπικά. Τι έχεις να πεις για τη solo πορεία σου στη δισκογραφία
Είμαι αρκετά περίεργος από τη φύση μου, αυτό με έχει οδηγήσει κατά καιρούς να ακούω και να προσπαθώ να καταλάβω μουσικές διαφορετικής προέλευσης και τεχνοτροπίας. Ένα κομμάτι αυτών των αναζητήσεων προσπαθώ να το διοχετεύσω σε προσωπικά άλμπουμ. Τα μπλουζ είναι πάντα παρόντα, όμως κάποιες στιγμές ίσως και να λοξοδρομήσουν. Για καλό, λέω εγώ. Μια και το ανέφερες, να δώσω την πληροφορία πως σε σύντομο διάστημα θα κυκλοφορήσει ένας ακόμη προσωπικός μου δίσκος, αυτή τη φορά με κομμάτια που συνέλεξα από διάφορες φάσεις, συναυλίες, στουντιακές ηχογραφήσεις, συνεργασίες, ραδιοφωνικές καταγραφές, ακυκλοφόρητο υλικό.
Κατά καιρούς έχεις παρουσιάσει διάφορα μουσικά δείγματα πέρα από το blues. Θεωρείς ότι ο ήχος σου σήμερα και η συνθετική σου οπτική είναι αμιγώς blues-rock ή νοιώθεις την ανάγκη να εξελίξεις περισσότερο τον ήχο σου και τις συνθετικές σου ικανότητες;
Θα πεθάνω με τη δίψα της μάθησης άσβεστη μέσα μου. Αν νοιώσω πως «έμαθα αρκετά», θα είναι το τέλος μου. Κάθε στιγμή, κάθε φορά που πιάνω την κιθάρα μου, ανοίγονται νέοι κόσμοι. Η εξέλιξη είναι κάτι που αναζητώ καθημερινά, αναπόδραστα επηρεάζει και την συνθετική οπτική. River of constant change.
Οι δισκογραφικές καταθέσεις (Blues Wire, solo albums) έγιναν πιο σποραδικές μέσα στο χρόνο. Πώς το εξηγείς αυτό και έχει σχέση με τη γενικότερη καταβύθιση της δισκογραφίας τα τελευταία δέκα χρόνια;
Φυσικά και έχει σχέση, οι καιροί είναι δύσκολοι για δίσκους συνολικά, πόσο μάλλον για ένα μπλουζ σχήμα. Όμως, παίζει ρόλο και κάτι ακόμη. Η ωριμότητα και η εμπειρία, κατά κανόνα οδηγούν σε αφαιρετική οπτική. Ακριβώς όπως και στο παίξιμο ενός μουσικού, με τα χρόνια μαθαίνει πως είναι εξίσου σημαντικά με όσα παίζει, εκείνα που τελικά επιλέγει να μην παίζει. Ίσως έχει έναν ρόλο κι αυτό. Κυρίαρχη αιτία όμως είναι η αδιαφορία του κοινωνικού, πολιτικού και καλλιτεχνικού κατεστημένου για τέτοιου τύπου προσπάθειες. Συνθλιβόμαστε κάτω από τόνους χυδαιότητας και επιδερμικότητας.
Τι έχεις να θυμάσαι από το Γιάννη Σπάθα που μας αποχαιρέτησε πρόσφατα με τον οποίο συνευρεθήκατε σε μερικές ωραίες βραδιές στο Κύτταρο;
Και όχι μόνο. Δεν θέλω να επεκταθώ, ο Γιάννης υπήρξε φαινόμενο. Απλά να προσθέσω πως ήμουν από τους τυχερούς που τον γνώρισαν πάνω και κάτω από το πάλκο και τον αγάπησα βαθειά και ουσιαστικά.
Πώς βλέπεις γενικότερα την εξέλιξη του blues, σε τι κατάσταση είναι σήμερα σε παγκόσμιο επίπεδο και είναι το μέλλον του ευοίωνο;
The blues never die, τραγουδάει ο μυθικός Otis Spann. Η πορεία του είναι σαν τα κύματα της θάλασσας. Πότε ανεβαίνει, πότε κατεβαίνει, ποτέ όμως δεν σταματά. Το ιδίωμα διαθέτει όλες τις αρετές προκειμένου να παραμείνει εσαεί, αυτή είναι η πεποίθηση μου. Επέδειξε (πέρα από την προφανή αξία του) μοναδική ευελιξία μέσα στα χρόνια, μπόλιασε και μπολιάστηκε, δεν απομονώθηκε και δεν αποξενώθηκε από άλλα μουσικά ρεύματα και στυλ.
Έχετε ξαναπαίξει στο παρελθόν μαζί με τους Vavoura Band; Επιφυλάσσει κάποιες εκπλήξεις αυτή η συνεύρεση σας στο Κύτταρο;
Ναι, έχουμε ξαναπαίξει και είναι χαρά και τιμή να μοιραστούμε τη σκηνή στο Κύτταρο. Οι εκπλήξεις για τους μουσικούς του μπλουζ είναι δεύτερη φύση, πολλά όμως παίζουν τον ρόλο τους. Ευελπιστώ να υπάρξει έκπληξη.
Σε τι φάση βρίσκεται η μουσική κίνηση στη Θεσσαλονίκη που εδώ και αρκετά χρόνια δεν ακούγεται όσο παλιότερα;
Δεν έχω ξεκάθαρη άποψη και δεν θέλω να κάνω εικασίες. Εκείνο που ξέρω είναι πως έχουμε πολλούς έξοχους μουσικούς κι ενδιαφέροντα σχήματα, η ίδια η πόλη όμως παραμένει αρκετά συντηρητική και τελικά η σκυλάδικη νοοτροπία εχόντων και κατεχόντων καπελώνει με θλιβερό τρόπο τις οάσεις πολιτισμού που υφίστανται.
Μέσα σε αυτή τη γενικότερη πτώση σε όλα γύρω μας πώς κινείσαι προσωπικά, πώς το αντιμετωπίζεις και πώς εκτιμάς την όλη κατάσταση;
Πολλές φορές νοιώθω απελπισία και απαισιοδοξία, πιότερο όμως θλίψη για τους νέους ανθρώπους που έχουν όνειρα στην ψυχή και φωτιά στο κορμί. Η παιδεία και τα νιάτα πληρώνουν τα κόμπλεξ και τα άλλοθι των μεγαλυτέρων. Λυπάμαι κι εξοργίζομαι με την αδικία, τη μισαλλοδοξία, τον φανατισμό, την ισοπέδωση συνειδήσεων και ιδεών, τον αμοραλισμό, την φτήνια. Κι όλα αυτά τα πληρώνουν κατά κύριο λόγο ποιοι; Οι νέοι άνθρωποι, η ελπίδα και το μέλλον της ανθρωπότητας. Όλο και πιο συχνά, ντρέπομαι για το είδος μας. Προσωπικά, είμαι από τους τυχερούς αυτού του κόσμου. Έζησα περισσότερο απ’ όσο πίστευα και η μουσική με ταξίδεψε σε μαγικούς τόπους, μου πρόσφερε ανείπωτες εμπειρίες, μου χάρισε τη ζωή όπως την γνώρισα. Δεν έχω χρήματα, έχω όμως όλα εκείνα που δεν μπορούν ν’ αγοράσουν τα λεφτά. Αγάπη, φίλους, ενδιαφέρον, και το πιο ασφαλές καταφύγιο, την τέχνη.
*Οι Blues Wire θα εμφανιστούν στο Κύτταρο την Παρασκευή 11 Οκτωβρίου. Τη συναυλία ανοίγουν οι Vavoura Band
ΠΗΓΗ: https://www.ogdoo.gr/