Οι Algiers εμφανίστηκαν σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη στις 10 και 9 Φεβρουαρίου αντιστοίχως και με αφορμή αυτές τις συναυλίες, μιλήσαμε με τον Matt Tong (ντραμς), τον Lee Tesche (κιθάρα) και τον Ryan Mahan (μπάσο).
Οι Algiers ιδρύθηκαν ως τρίο στην Ατλάντα των ΗΠΑ και τώρα αποτελούνται από τέσσερις μουσικούς που ζουν σε τρεις πόλεις σε δυο ηπείρους και χωρίζονται από έναν ωκεανό (εκτός και αν κάτι έχει αλλάξει και δεν το γνωρίζω). Πώς δουλεύει αυτή η σχέση εξ αποστάσεως, ειδικά ως προς τη δημιουργική διαδικασία;
Matt: Στην πραγματικότητα, μια χαρά λειτουργεί. Φυσικά το να διαχειριζόμαστε τις συναντήσεις μας και τις πρόβες είναι δύσκολο να το κανονίσουμε, αλλά έτσι είναι η κατάσταση. Αυτό που σημαίνει τούτη η ιδιαίτερη φάση μας είναι το ότι μπορούμε να δίνουμε ιδέες στα άλλα μέλη και να μη σκάμε πολύ για το να δίνουμε και να παίρνουμε γνώμες. Το να είμαστε μαζί σε ένα προβάδικο ενίοτε μπορεί να κάνει την παρουσίαση ιδεών περισσότερο επικίνδυνο παρά χρήσιμο σε ένα δημιουργικό εγχείρημα.
Σας έχουν συγκρίνει με τους Birthday Party και τους Gun Club. Νιώθετε ότι όντως υπάρχει μια σύνδεση με αυτά τα συγκροτήματα ή απλά πρόκειται για τεμπέλικη δημοσιογραφία;
Matt: Ναι βέβαια, αυτές είναι τίμιες συγκρίσεις. Προφανώς παίρνουμε από πολλούς ακόμα, αλλά αν είναι να περιγράψεις ένα συγκρότημα ή έναν καλλιτέχνη σε άλλους, θα πρόκειται για μια μακρά και εξουθενωτική διαδικασία αν προσπαθήσεις να εντοπίσεις το κάθε τι που νομίζεις ότι μπορεί να τους έχει επηρεάσει. Τεμπέλικη (και ρατσιστική κάπως για μας) δημοσιογραφία είναι να μας συγκρίνουν απλά με άλλα συγκροτήματα ποικίλων εθνικοτήτων όπως τους TV On The Radio, για τους οποίους τυχαίνει να θεωρούμε ότι μοιράζονται πολύ λίγα ηχητικά χαρακτηριστικά με εμάς. Είναι κακό, αλλά το προσπερνάμε.
Lee: Καλή ερώτηση αυτή. Πάντα με ενδιαφέρουν και με διασκεδάζουν τα πράγματα με τα οποία μας συγκρίνουν, τα πάντα: από μια υποτιμητική αναφορά στους Beastie Boys μέχρι τη μουσική με την οποία γυμνάζονται οι πεζικάριοι του Σρέντερ από τα Χελωνονιντζάκια.
Σε κάθε περίπτωση, τα αγαπώ και τα δυο συγκροτήματα αυτά. Ο Rowland S. Howard, ο Jeffrey Lee Pierce και ο Kid Congo Powers επηρέασαν όλοι τους κατά πολύ το παίξιμο και την τραγουδοποιία μου. Διαλυμένη slide κιθάρα και παραμορφωμένες συγχορδίες, συνδυασμένες με την αγάπη του Franklin (σ.σ. James Fisher, φωνή/κιθάρα) για τη γοτθική λογοτεχνία του Νότου. Σίγουρα. Αν το ακούς αυτό εκεί μέσα, τότε έχεις καλά αυτά. Αν ακουγόμαστε σαν φωτοαντίγραφα αυτόν των συγκροτημάτων; Όχι, καθόλου, αλλά ίσως να διοχετεύουμε σε εμάς το πνεύμα αυτών ή των άλλων ποικίλων επιρροών μας, από τη Nina Simone ως τους Fugazi.
Ενίοτε οι δημοσιογράφοι απλά τραβάνε πράγματα από το blog μας και δεν δίνουν τη δική τους ερμηνεία της μουσικής μας. Αυτό θα μπορούσε να είναι τεμπέλικη δημοσιογραφία, μα δε με ενοχλεί. Θυμάμαι μια φορά που κάποιος που έκανε κριτική μιας συναυλίας μας είχε πάει στο site μας τη μέρα που ποστάρισα ένα άρθρο για τον Peter Brötzmann, και τότε αντέδρασε αρνητικά όταν η μουσική μας δεν του ακουγόταν αρκετά σαν του Peter Brötzmann για να τον ικανοποιήσει.
Ως συγκρότημα ακούμε και ερχόμαστε από ένα σωρό διαφορετικά μέρη. Ένα σπουδαίο παράδειγμα εδώ θα μπορούσε να είναι ένα τραγούδι σαν το “Death March”. Μπορώ να μιλήσω μόνο από τη δική μου προοπτική, αλλά όταν ο Ryan (σ.σ. Mahan, μπάσο) έφερε τη δομή του σκελετού και το beat του τραγουδιού, μου θύμισε πολύ ένα dance κομμάτι του John Carpenter. Μου πήρε ένα λεπτό για να βρω πώς θα το προσέγγιζα. Όσο το έκανα αυτό, ο Franklin ηχογράφησε φωνητικά για αυτό τα οποία ακούγονταν πολύ σαν του Fela Kuti. Εγώ άκουγα πολύ Lee Hazlewood τότε και το διοχέτευσα αυτό. Κάπως έτσι συγκροτείται ο ήχος μας.
Οπότε, πώς θα περιγράφατε τον ήχο σας σε κάποιον που δεν έχει ιδέα ποιοι είναι οι Algiers;
Lee: Κάποτε είδα να μας περιγράφουν ως «δυστοπική soul», κάτι που νιώθω ότι μας ταιριάζει ως ένα βαθμό.
Matt: Θα έλεγα ότι είναι εκ περιτροπής δυσαρμονική, όμορφη, χαοτική, σκεπτόμενη, παθιασμένη και όχι ιδιαίτερα συγκεκριμένη ως προς το είδος! Ελπίζω να βοηθάει αυτό.
Ένα στοιχείο που σας ξεχωρίζει από πολλά συγκροτήματα είναι το ότι δεν χρησιμοποιείτε την αγάπη και το συναίσθημα γενικά ως πηγή στίχων. Τουναντίον, επιλέγετε να αναλύετε και να κριτικάρετε την έννοια της «ισχύος», όποιος και αν την έχει, και την πολιτική. Γιατί κάνατε αυτή την επιλογή; Ήταν συνειδητή ή όχι;
Δεν ήταν πραγματικά επιλογή. Γράφουμε για πράγματα που έχουν ενδιαφέρον και αξία για εμάς και ελπίζουμε να συμμετέχουμε σε ένα συνεχιζόμενο διάλογο, ζητώντας από τους ακροατές μας να σκεφτούν κάποια από τα ερωτήματα που θα έπρεπε να κάνουμε και για τον κόσμο στον οποίο ζούμε. Η αγάπη σίγουρα αποτελεί θέμα σε κάποιες από τις μουσικές μας, αλλά για μας δεν παίρνει τη φόρμα ενός ευγενούς συμβόλου αντικατάστασης ουσιαστικού στιχουργικού περιεχομένου με τον τρόπο που το κάνει σε άλλα μουσικά είδη.
Το μεγαλύτερο κομμάτι της πολιτικής μου συνείδησης ήταν άμεσο αποτέλεσμα της μουσικής και της τέχνης που ερωτεύτηκα ως έφηβος. Εξαιτίας αυτής της σύνδεσης που έκανα ευθύς εξαρχής, είναι πολύ δύσκολο για μένα να τα διαχωρίσω μεταξύ τους.
Το “The Underside of Power” ήταν σε κοινή παραγωγή του Adrian Utley των Portishead και του Ali Chant, με τον Ben Greenberg των The Men να κάνει το post-production και με τον Randall Dunn των Sunn O))) να κάνει το μιξάρισμα. Πολύ εκλεκτό μείγμα! Τι έφερε ο καθένας από αυτούς στο τελικό αποτέλεσμα του δίσκου;
Matt: Ο Adrian και ο Ali μας οργάνωσαν καθώς ξεκινήσαμε το αρχικό tracking του δίσκου και βοήθησαν στη επίβλεψη της θεμελίωσής του. Ο Adrian είχε πολλά vintage synths και ένα ευήκοον ους για αυτό που προσπαθούσαμε να κάνουμε και πρόσθεσε πολλές λεπτές πινελιές στο δίσκο με τους ήχους που μπόρεσε να βγάλει από τον εξοπλισμό του. Ο Ben πήρε ένα πρότζεκτ που άρχιζε να ξεφεύγει από εμάς και μας βοήθησε να το επαναφέρουμε στο βασίλειο του κόσμου μας. Είναι ένας πολύ οξύς ακροατής και γρήγορος εργάτης και πολύ γρήγορα κατάλαβε τι επεξεργασία και editing έπρεπε να γίνει για να κάνει τα τραγούδια να βγάζουν νόημα για μας. Ο Randall πήρε το τελευταίο στάδιο της διαδικασίας, μίξαρε τα πάντα και έδωσε στα τραγούδια μια πατίνα (το λέω αυτό με τη θετική έννοια του όρου) που τα έκανε να βγάζουν την αίσθηση ότι αποτελούν ένα ενιαίο σύνολο.
Μ΄ αρέσει ιδιαίτερα ο στίχος “You’ll find Hell where you fought love/ You’ll find Hell when it falls apart” από το “The Cycle/The Spiral: Time to Go Down Slowly” και πάντα αναρωτιόμουν αν το “it” αναφέρεται στην Αγάπη ή στην Κόλαση, καθώς η κάθε ανάγνωση αλλάζει το νόημα του τραγουδιού. Ποια είναι λοιπόν η σωστή ανάγνωση;
Νομίζω αυτό είναι ανοιχτό σε ερμηνείες. Πραγματικά δεν είμαι σίγουρος αν υπάρχει πραγματικά η «σωστή» ανάγνωση ενός τραγουδιού. Αυτό για το οποίο γράφει ο Franklin και αυτό το οποίο ακούει ο ακροατής πάντα θα είναι δυο εντελώς διαφορετικά πράγματα. Πολύς κόσμος με έχει ρωτήσει για το “Claudette”, που είναι ένα τραγούδι από τον πρώτο δίσκο στο οποίο εγώ έγραψα τους στίχους, και πρότειναν ερμηνείες, οι οποίες δεν είχαν καν περάσει από το μυαλό μου. Αλλά αυτό είναι το σπουδαίο με τη μουσική και με έναν καλό στίχο, καμιά φορά ακόμα και ο δημιουργός δεν ξέρει το πλήρες νόημα ενός τραγουδιού όταν το γράφει, κι αυτό πραγματοποιείται ή η τέχνη ολοκληρώνεται όταν το τραγούδι επιστρέφει σε αυτόν με μια διαφορετική μορφή.
Έχω διαβάσει ότι ο Ryan παλεύει ενάντια στο trafficking με την οργάνωση “Every Child Protected Against Trafficking”. Μπορείτε να μας πείτε περισσότερα για την προσπάθεια αυτή και για το πώς θα μπορούσε κάποιος να βοηθήσει σε αυτήν;
Δούλεψα καμπόσα χρόνια στο Ηνωμένο Βασίλειο για να προστατεύσω ασυνόδευτα παιδιά που ζητούσαν άσυλο και παιδιά θύματα εμπορίου σαρκός. Η δουλειά μου είχε να κάνει με το να εξασφαλίσω ότι το Ηνωμένο Βασίλειο υποστηρίζει παιδιά που ξεφεύγουν από πόλεμο, διώξεις και εμπόριο σαρκός σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Δυστυχώς, έχω δει πάρα πολλές περιπτώσεις όπου παιδιά κρατούνται, φυλακίζονται και απελαύνονται για παραβάσεις του νόμου περί αλλοδαπών, αντί να αντιμετωπίζονται ως θύματα ορισμένων από τις χειρότερες μορφές εργασίας και σεξουαλικής εκμετάλλευσης. Είμαι πολύ καλά ενημερωμένος για την κατάσταση στην Ελλάδα και πιστεύω ότι όλες οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να συνεργαστούν και να βελτιώσουν δραστικά τα δίκτυα στήριξής τους για τα παιδιά αυτά.
Τι σχέδια έχετε για το μέλλον – μακροπρόθεσμα και βραχυπρόθεσμα;
Θα θέλαμε να τελειώσουμε την περιοδεία για το δίσκο αυτό ως το τέλος του καλοκαιριού και μετά να επιστρέψουμε στις καθημερινές ζωές μας για να σκεφτούμε το επόμενο πρότζεκτ το οποίο θα θέλαμε να ξεκινήσουμε. Το να δουλέψουμε πάνω σε καινούρια μουσική αυτή τη χρονιά θα σήμαινε τα πάντα για μας και θα μετακινήσουμε και βουνά για να μπορέσουμε να το πετύχουμε.
Μιας και πρώτη φορά παίζετε στην Ελλάδα, τι περιμένετε όταν εμφανίζεστε μπροστά σε ένα συγκεκριμένο κοινό για πρώτη φορά;
Προσπαθούμε να προσεγγίζουμε τις συναυλίες μας χωρίς προκαταλήψεις, αφού αυτό μπορεί να είναι, με απόλυτη ειλικρίνεια, ένα εμπόδιο στην ειλικρίνεια της εμφάνισής μας. Θα πω ότι σίγουρα είμαστε ενθουσιασμένοι που θα παίξουμε στην Ελλάδα για πρώτη φορά και ελπίζουμε να ξεκινήσουμε έναν δεσμό με τους ακροατές μας εκεί που να μας δώσει πληροφορίες και σε εμάς και σε αυτούς.
ΠΗΓΗ: http://www.mic.gr