Το πείραμα με Ράτσιτς στο 10 δεν απέδωσε καρπούς
Ο Μανόλο Χιμένεθ επέλεξε να χρησιμοποιήσει τον Σέρβο σε έναν διαφορετικό ρόλο, χάνοντας έτσι αρκετές από τις αγωνιστικές αρετές του.
Ο Ούρος Ράτσιτς είναι ένας πολύ ποιοτικός και ίσως λίγο παρεξηγημένος παίκτης του κιτρινόμαυρου ρόστερ.
Μπορεί να μη διακρίνεται για την ταχύτητα του, ωστόσο οι επαφές του με τη μπάλα σε συνδυασμό με το απαραίτητο phsycality που φέρνει στον Άρη είναι πολύτιμα για την ομάδα του Χιμένεθ.
Ο Ισπανός τεχνικός επέλεξε κόντρα στον ΠΑΟΚ (και στο ματς κυπέλλου, από τη στιγμή που πέρασε ως αλλαγή) να χρησιμοποιήσει τον Ράτσιτς σε ένα ρόλο διαφορετικό από αυτόν που τον έχουμε συνηθίσει. Αντί για τη θέση του αμυντικού χαφ, ο υψηλόσωμος Σέρβος ανέβηκε αρκετά μέτρα στο γήπεδο παίζοντας ουσιαστικά στη θέση 10.
Εκ του αποτελέσματος το πείραμα δε βγήκε σε κανένα από τα δύο παιχνίδια. Αφενός στο ματς της Τετάρτης η αντικατάσταση του Γένσεν που “κατάπινε χιλιόμετρα” στον αγωνιστικό χώρο από τον βαρύ και πιο ντελικάτο Ράτσιτς “έσπασε” κάπως τη γραμμή πίεσης των κιτρινόμαυρων στο τελευταίο μέρος του αγώνα και επέτρεψε στον ΠΑΟΚ να κερδίσει μέτρα στο γήπεδο, φτάνοντας τελικά στην ισοφάριση.
Στο δε παιχνίδι της Τούμπας, ο Χιμένεθ επέλεξε να χρησιμοποιήσει τον Γένσεν σε ρόλο αριστερού εξτρέμ, με τη θέση του επιτελικού μέσου να μένει ορφανή.
Στο άκουσμα της αρχικής ενδεκάδας οι περισσότεροι περιμέναμε τον Γαλανόπουλο να είναι ο χαφ που θα κινείται πιο κοντά στον Μορόν, κλείνοντας επιτυχημένα τους διαδρόμους πάσας του αντιπάλου όπως έκανε σε προηγούμενες αναμετρήσεις κόντρα σε Ατρόμητο, Πανσερραϊκό και Ολυμπιακό.
Ο Χιμένεθ έκανε την έκπληξη και τοποθέτησε εκεί έναν ποδοσφαιριστή με τελείως διαφορετικά χαρακτηριστικά. Ο Ράτσιτς μπορεί να μην είναι ο καθαρός κόφτης, όπως προδιαθέτει ο σωματότυπος του, αλλά ούτε “μηχανάκι” τον λες (για να μπει σε καλούπι Γαλανόπουλου-Γένσεν), ούτε παίκτη αρκετά ευέλικτο για τους μικρούς χώρους (όπως ένα καθαρόαιμο δεκάρι τύπου Μισεουί, Μορουτσάν).
Του αρέσει (και είναι πράγματι ικανός σε αυτό) να απειλεί πατώντας περιοχή ή συμμετέχοντας ενεργά στο ξεδίπλωμα της επίθεσης. Όμως σε ένα παιχνίδι τέτοιων συνθηκών, η παρουσία του Ράτσις τόσο μακριά από τα μετόπισθεν έκοψε τον Άρη στα δύο, αφού ούτε το αποτελεσματικό πρέσινγκ των Γένσεν, Γαλανόπουλου μπόρεσε να μιμηθεί, ούτε είχε ο Άρης τόση ώρα τη μπάλα στα πόδια του -και με τις άπειρες προύποθέσεις οργανωμένης επιθετικής ανάπτυξης- ώστε ο Σέρβος να φανεί αρκετά χρήσιμος στον προπονητή του.
Είχε 2-3 καλές στιγμές, όπως το πανέμορφο τακουνάκι που έστρωσε στον Γαλανόπουλο στο 18′, αλλά συνολικά δεν κατάφερε να κάνει τη διαφορά είτε σε φάση άμυνας είτε επίθεσης (μόλις ένα σουτ που μπλοκαρίστηκε και μία πάσα κλειδί σε 90 λεπτά αγώνα).
Επίσης ένα άλλο στοιχείο που έχασε ο Άρης από την απουσία του Ράτσιτς χαμηλά στο κέντρο ήταν η ικανότητα του στο ψηλό παιχνίδι και οι βοήθειες που δίνει ερχόμενος ως τρίτος στόπερ σε γεμίσματα της αντίπαλης ομάδας.
Οι γηπεδούχοι διάβασαν αυτή την αγωνιστική λεπτομέρεια επιλέγοντας να χτυπήσουν με σέντρες (εκμεταλλευόμενοι και την ικανότητα του Γιακουμάκη στον αέρα) και με ανάλογο τρόπο ήρθε το 1-0 εις βάρος των κιτρινόμαυρων.
Η ιδέα χρησιμοποίησης του Ράτσιτς πιο ψηλά στον αγωνιστικό χώρο και πιο κοντά στην αντίπαλη περιοχή δε χρειάζεται να εγκαταλειφθεί. Με την κατάλληλη υποστήριξη από το υπόλοιπο “καστ” του Άρη μπορεί να αποδώσει καρπούς. Όχι όμως σε παιχνίδια όπως αυτό της Τούμπας (ή στο τελευταίο μισάωρο στο Κύπελλο), όπου η ομάδα του Χιμένεθ επιλέγει να παίξει κατά βάση πίσω από τη μπάλα και να αντεπιτεθεί γρήγορα στο χώρο.




