Ανοχύρωτη η πρώτη κατοικία από τον Ιανουάριο – Ξεκινούν οι πωλήσεις δανείων σε funds
Ελεύθερη είναι από τις αρχές του 2018 η πώληση σε funds κάθε μορφής δανείου, δηλαδή ακόμη και αυτών που έχουν υποθήκη ή προσημείωση, πρώτης κατοικίας αντικειμενικής αξίας κάτω των 140.000 ευρώ.
Η απαγόρευση που αίρεται από τις αρχές του νέου χρόνου ήταν η μοναδική ασφαλιστική δικλίδα που υπήρχε μέχρι σήμερα σε ό,τι αφορά τη μεταβίβαση σε funds δανείων που συνδέονται με την πρώτη κατοικία και αφορά εξίσου και τα ακίνητα που έχουν μπει στο καθεστώς προστασίας του νόμου Κατσέλη.
Η εξαγορά ενός ενυπόθηκου δανείου ανακηρύσσει ουσιαστικά τον αγοραστή στον ρόλο που είχε σήμερα η τράπεζα και μαζί με το δάνειο μεταβιβάζεται και η υποθήκη ή η προσημείωση.
Αυτό σημαίνει ότι ο αγοραστής, μέσω της εταιρείας διαχείρισης στην οποία θα αναθέσει το χαρτοφυλάκιο, μπορεί να κινήσει όλες τις νόμιμες διαδικασίες, δηλαδή να έρθει σε συνεννόηση με τον δανειολήπτη για τη ρύθμιση του δανείου του –με ή χωρίς «κούρεμα»– αλλά και να προχωρήσει σε όλα τα αναγκαστικά μέτρα που δικαιούνταν μέχρι σήμερα να ενεργοποιήσει η τράπεζα, δηλαδή από την έκδοση διαταγής πληρωμής έως και τον πλειστηριασμό του ακινήτου.
Από την άλλη, σε ισχύ παραμένουν και τα μέτρα προστασίας που έχει στη διάθεσή του ο δανειολήπτης, μεταξύ των οποίων ο νόμος Κατσέλη, είτε η αίτηση εκκρεμεί προς εκδίκαση είτε υπάρχει απόφαση από το αρμόδιο δικαστήριο.
Σε ισχύ είναι επίσης και οι όροι του δανείου, όπως το επιτόκιο που έχει συμφωνηθεί για την αποπληρωμή του, ή άλλοι επιμέρους όροι της σύμβασης, καθώς ο νόμος ορίζει ρητά ότι «τόσο κατά την πώληση όσο και κατά την ανάθεση διαχείρισης δεν χειροτερεύει η ουσιαστική και δικονομική θέση του οφειλέτη και του εγγυητή, και δεν επιτρέπεται η μονομερής τροποποίηση όρου σύμβασης, καθώς και του επιτοκίου».
Ο νόμος υποχρεώνει τον νέο αγοραστή να εφαρμόσει τον κώδικα δεοντολογίας από το στάδιο που ήταν πριν από τη μεταβίβαση της οφειλής. Εάν δηλαδή η τράπεζα έχει ολοκληρώσει τη σχετική διαδικασία, κάτι που ισχύει για το σύνολο σχεδόν των δανείων που είναι σε καθυστέρηση από το παρελθόν, ο αγοραστής θα εφαρμόσει τα επόμενα βήματα.
Όπως επίσης προβλέπει ο νόμος, αναγκαία προϋπόθεση για να προσφερθούν προς πώληση οι απαιτήσεις των τραπεζών από μη εξυπηρετούμενα δάνεια είναι να έχει προσκληθεί με εξώδικη πρόσκληση ο δανειολήπτης, και ο εγγυητής, μέσα σε 12 μήνες πριν από την προσφορά, να διακανονίσει τις οφειλές του βάσει γραπτής πρότασης κατάλληλης ρύθμισης με συγκεκριμένους όρους αποπληρωμής και με βάση τις διατάξεις του κώδικα δεοντολογίας. Η υποχρέωση αυτή, ωστόσο, αφορά μόνο τους συνεργάσιμους δανειολήπτες, δηλαδή αυτούς που έχουν ανταποκριθεί στις προσκλήσεις της τράπεζας είτε για τη ρύθμιση της οφειλής τους είτε για την παροχή στοιχείων, και δεν καλύπτει όσους έχουν γυρίσει την πλάτη τους στην πρόσκληση για διακανονισμό.
Οι τράπεζες έχουν θέσει ως προτεραιότητα την πώληση κυρίως μη εξασφαλισμένων δανείων και, όπως εξηγούν τραπεζικά στελέχη, η πώληση ενυπόθηκων δανείων θα ενεργοποιηθεί σε περίπτωση μη επίτευξης των στόχων που έχουν τεθεί για τη μείωση των κόκκινων δανείων.
Τα χαρτοφυλάκια που διατίθενται για πώληση προς το παρόν αφορούν οφειλές από καταναλωτικά δάνεια και κάρτες, χωρίς εξασφαλίσεις, καθώς και επιχειρηματικά δάνεια τα οποία φέρουν ως εξασφαλίσεις εμπορικά ή βιομηχανικά ακίνητα. Η προοπτική στα μικρά επιχειρηματικά δάνεια που θα διατεθούν προς πώληση να υπάρχουν και προσωπικές εξασφαλίσεις του οφειλέτη, αποτελεί ένα ενδεχόμενο που δεν μπορεί να αποκλειστεί στην περίπτωση που οι τράπεζες θελήσουν να βελτιώσουν το χαρτοφυλάκιο των προς πώληση δανείων, επιτυγχάνοντας καλύτερη τιμή.
Πηγή: press724.gr