Η μίνι σειρά του Netflix ξεδιπλώνει τις συνταρακτικές πτυχές της υπόθεσης των «Central Park Five» όταν πέντε αθώα μαύρα παιδιά καταδικάστηκαν για την άγρια κακοποίηση μιας λευκής γυναίκας πριν από τριάντα χρόνια.
Η πραγματική ιστορία πέντε παιδιών που έπεσαν θύματα του κοινωνικού ρατσισμού περιγράφει με ρεαλισμό την αντιμετώπιση που μπορεί να έχει κάποιος από την αμερικανική αστυνομία και δικαιοσύνη ιδιαίτερα αν δεν είναι λευκός και δεν ανήκει σε υψηλή κοινωνική τάξη. Όλα αυτά στη γη της επαγγελίας, στη χώρα της ελευθερίας και του Αμερικάνικου ονείρου.
Η Ava DuVernay, που σκηνοθετεί και υπογράφει την μίνι σειρά του Netflix, αποτυπώνει ένα εντυπωσιακά ακριβές πορτρέτο των Η.Π.Α. της δεκαετίας του 1990, όπου ο ρατσισμός και η αδικία είχαν ξεπεράσει κάθε όριο. Αυτή η τραγική πραγματικότητα είναι πιο επίκαιρη από ποτέ.
Η σειρά αφηγείται την πραγματική ιστορία των «Πέντε του Central Park». Το βράδυ της 19ης Απριλίου του 1989, μία συνηθισμένη νύχτα στο Central Park της Νέας Υόρκης πέντε ανήλικοι (Antron McCray, Kevin Richardson, Yusef Salaam, Raymond Santana και Korey Wise) συνελήφθησαν κατηγορούμενοι για τον ξυλοδαρμό και τον ομαδικό βιασμό της τότε 28χρονης Trisha Meili. Σημαντική λεπτομέρεια: Η άτυχη γυναίκα είναι λευκή ενώ οι φερόμενοι ως δράστες ανήκουν σε μειονότητες, οι τέσσερις στην αφροαμερικανική κι ο ένας στην λατινοαμερικανική κοινότητα.
Ύστερα από βασανιστικές ανακρίσεις, απειλές και σωματική βίαια από την αστυνομία της Νέας Υόρκης, καταφέρνουν να τους αποσπάσουν τις πολυπόθητες ομολογίες. Η ανάκριση διαρκεί ατελείωτες ώρες, χωρίς την παρουσία γονέων και δικηγόρων, χωρίς φαγητό και χωρίς διάλειμμα για τουαλέτα. Τα παιδιά παγιδεύονται από τους αστυνομικούς. Οι αστυνομικοί αποσπούν με εκβιασμούς και ψυχολογική βία ψευδείς ομολογίες και κατασκευάζουν την ιστορία που χρειάζονται απεγνωσμένα.
Οι αστυνομικές και δικαστικές αρχές ψάχνουν εναγωνίως να απαγγελθούν γρήγορα οι κατηγορίες, και ταυτόχρονα να στείλουν ένα μήνυμα «νόμου και τάξης».
Η υπόθεση οδηγείται πλέον στο Ανώτατο Δικαστήριο της Νέας Υόρκης, όπου έπειτα από διαδοχικές ακροάσεις, ελλείψει αποδεικτικών στοιχείων, ίχνους DNA στο θύμα και με τις ομολογίες να είναι εμφανώς εξαναγκασμένες από την αστυνομία, οι πέντε κρίνονται ένοχοι από τους ενόρκους και τους επιβάλλονται από 6-13 χρόνια κάθειρξης σε αναμορφωτήρια και φυλακή ενηλίκων για τον έναν από αυτούς.
Η λευκή αμερικανική κοινωνία και ο Τραμπ είναι ικανοποιημένοι, πλήρωνε ολοσέλιδες διαφημιστικές καταχωρήσεις σε εφημερίδες για να ζητήσει τη θανατική ποινή των πέντε αγοριών.
Τα πέντε αγόρια από το Χάρλεμ, που δεν γνωρίζονταν καν μεταξύ τους, κατηγορήθηκαν άδικα, αναγκάστηκαν από τις αστυνομικές αρχές της Αμερικής να παραδεχτούν ένα έγκλημα που δεν είχαν διαπράξει και καταδικάστηκαν. Η ιστορία τους, που έμεινε γνωστή ως «Central Park Five», στοίχειωσε την κοινή γνώμη και απογύμνωσε τις αστυνομικές και δικαστικές Αρχές της Αμερικής, την ίδια την εξουσία, καθώς και τον Τύπο, που συμμετείχε σε ένα έγκλημα που διαπράχθηκε χωρίς ντροπή. Η Ava DuVernay με έναν υποδειγματικό τρόπο, που μιλάει κατευθείαν στο συναίσθημα του κοινού, αλλά και στη λογική που στη συγκεκριμένη υπόθεση είχε κυριευτεί από το φυλετικό μίσος, απογυμνώνει ολόκληρο το σύστημα.
Ένα σύστημα που δεν το ενδιαφέρει η διερεύνηση της αλήθειας αλλά η παρουσίαση το συντομότερο δυνατόν «δραστών» ώστε να ικανοποιηθεί το λαϊκό αίσθημα. Το σύστημα, η αστυνομία και τα δικαστήρια, τα ΜΜΕ και οι «μεγάλοι» επιχειρηματίες κατασκεύασαν μια υπόθεση βασιζόμενοι σε ψέματα και ρατσισμό, κατέστρεψαν τις ψυχές και τις ζωές αθώων παιδιών, σκότωσαν την αθωότητα τους.
Η δικαίωση κάποια στιγμή έρχεται, η αθωότητα τους αποδείχτηκε όχι επειδή κάποιοι λειτουργοί της δικαιοσύνης θέλησαν να επανεξετάσουν μια υπόθεση καταδίκης – σκευωρίας αλλά επειδή ο πραγματικός ένοχος μετά από 20 χρόνια ένιωσε την ανάγκη να πληρώσει για τις πράξεις του.
Η Ava DuVernay φροντίζει να δώσει ένα μάθημα ιστορίας προς όλους, κυρίως σε αυτούς που το έχουν περισσότερο ανάγκη.