O Fan του Black Metal, των Amon Duul II, των Twilight Singers και του Et in Arcadia ego, τηλεφώνησε στη Μαριάννα Βασιλείου και της είπε…
Μία παλαιότερη συνέντευξη (2012) στην Μαριάννα Βασιλείου που αξίζει να θυμηθούμε:
Οι Madrugada – και ο τραγουδιστής τους, κατ’ επέκταση – έχουν εξελιχθεί πλέον σε μια Love-Or-Hate περίπτωση. Σύμφωνοι, μπορεί η μουσική του να πατάει πάνω στα χνάρια του παλιού του συγκροτήματος, πλην όμως διαθέτει μια εξαίσια μελαγχολία και μια υποβλητικότητα, η οποία δύσκολα αφήνει τον ακροατή αδιάφορο. Και αν μη τι άλλο, πάντα τα live ήταν το μεγάλο ατού των Madrugada και του Hoyem. Η κουβέντα μας έλαβε χώρα λίγο απροσδόκητα (ενώ ήταν να γίνει με e-Mail, τελικά έγινε τηλεφωνικά, σε ένα γραφείο γεμάτο κόσμο και με ένα κασετοφωνάκι που αρνιόταν πεισματικά να συνεργαστεί), κύλησε όμως ομαλά και είχε πολύ ενδιαφέρον, όπως θα διαβάσετε παρακάτω.
Έχεις περιγράψει το “Long Slow Distance” σαν ένα “νορβηγικό” Album. Τι εννοείς με αυτό; Με ποιους τρόπους μπορεί μια χώρα να εμπνεύσει και να επηρεάσει ένα Album;
Στη Νορβηγία, όπως ξέρεις, βγαίνει πολύ Βlack Μetal, το οποίο όχι μόνο είναι η pop μουσική της χώρας, αλλά σχετίζεται επίσης άμεσα με τη φύση και με το μυστικισμό. Όταν ήμουν έφηβος στη δεκαετία του ’90, ήμουν μεγάλος φαν του Black Metal, και αυτό φαινόταν σε κάποιο βαθμό και στη μουσική των Madrugada. Εξάλλου, το Album δημιουργήθηκε στη Νορβηγία. Είναι η πρώτη φορά που ηχογραφώ ένα Album εξολοκλήρου στη Νορβηγία και με Νορβηγούς-με την εξαίρεση της Renate Knaup των Amon Duul II. Ο παραγωγός μου, ο Bjarne Stensli, είναι Νορβηγός και δουλεύει στο Όσλο, όπως και όλα τα άλλα άτομα που συμμετέχουν στο Album. Αυτό έπαιξε έναν ακόμα επιπλέον ρόλο. Και εκτός αυτού, βόλευε γιατί έτσι ήμουν κοντά στο σπίτι μου. Η αρραβωνιαστικιά μου ήταν έγκυος τότε και, όπως καταλαβαίνεις, δεν ήθελα να απομακρυνθώ από το Όσλο για κανένα λόγο.
Εξ όσων γνωρίζω, ο όρος “Long Slow Distance” είναι μια μέθοδος προπόνησης των δρομέων μεγάλων αποστάσεων. Για σένα, τι σημαίνει;
Τον τίτλο τον βρήκα κατά τύχη στο διαδίκτυο, σε ένα απλό Google Search! Έχει να κάνει κατά πολύ με τα υπαρξιακά ερωτήματα για τη ζωή, το θάνατο και το χρόνο γενικά. Θα μπορούσε άνετα να αποτελέσει μια μεταφορά για τα άχθη της ζωής και τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να τα αντιμετωπίζουμε. Πέραν αυτού όμως, υπάρχει μια μουσικότητα και ένα ωραίο ηθικό άκουσμα στη φράση αυτή, που μου άρεσε ιδιαίτερα.
Πώς προέκυψε η συνεργασία με τη Renate Knaup των Amon Duul II; Αυτή έδωσε την Krautrock κατεύθυνση στο δίσκο, ή ήσουν ήδη προσανατολισμένος προς αυτήν;
Το Krautrock μπήκε στο δίσκο όπως και το Black Metal-επρόκειτο για πράγματα που ήδη τα άκουγα, με εκκίνηση τους Can και τους Neu! και βρήκαν το δρόμο τους στο “Long Slow Distance”. Τη Renate τη γνώρισα ως εξής: ήμαστε στο στούντιο και δουλεύαμε, όταν μάθαμε ότι οι Amon Duul II έπαιζαν στο Όσλο. Δεν τους είχα δει ποτέ και πήγαμε στο Live. Αν και από την αρχική σύνθεση έχουν μείνει μόνο αυτή και ο μπασίστας, πραγματικά εντυπωσιαστήκαμε από τη σκηνική της παρουσία. Αυτή κρατούσε όλο το συγκρότημα, όλη η ευθύνη του Live ήταν πάνω της. Αποφασίσαμε τότε να πάμε να της μιλήσουμε μετά το Live και να τη ρωτήσουμε αν ήθελε να παίξει μαζί μας. Ενθουσιάστηκα, γιατί, χωρίς να με ξέρει, μου συμπεριφέρθηκε πολύ όμορφα, σαν να ήμαστε παλιοί φίλοι.
Κι αυτή χάρηκε πολύ που της προτείναμε να κάνουμε μαζί το δίσκο. Προφανώς δεν είναι κάτι που της το ζητάνε συχνά νέοι άνθρωποι, δυστυχώς δεν είναι και τόσο γνωστή στη Γερμανία. Το κλίμα της συνεργασίας ήταν πολύ ευχάριστο. Έμεινε στο Όσλο, πηγαίναμε βόλτες στην παραλία, βγαίναμε για φαγητό με τις οικογένειές μας, τραγουδούσαμε… Ειδικά στο τραγούδι αυτή είχε μια πιο ελεύθερη προσέγγιση, σε αντίθεση με εμένα, που είμαι πιο κλασικός τραγουδιστής. Είναι μια υπέροχη γυναίκα και είμαστε πολύ καλοί φίλοι πια – είχε μάλιστα την ευγένεια να μου στείλει και δώρο όταν γεννήθηκε η κόρη μου.
Αν αγαπάς τη μουσική κάποιου ανθρώπου, μπορείς ίσως πιο εύκολα να δεθείς μαζί του…
Δεν συμβαίνει πάντα, αλλά ναι, το να εκτιμάς τη δουλειά κάποιου είναι ένα καλό σημείο έναρξης για να δημιουργηθούν ουσιαστικές ανθρώπινες σχέσεις.
Η Νορβηγία έχει δυστυχώς συνδεθεί τον τελευταίο χρόνο με τη σφαγή στο νησί Ουτόγια και με τον Άντερς Μπρέιβικ. Έχεις την αίσθηση ότι αυξάνονται τα φαινόμενα του φασισμού και των εγκλημάτων μίσους στην Ευρώπη; Δεν είναι περίεργο για μια ήπειρο που έχει υποφέρει τόσο από τις ακραίες ιδεολογίες;
Δεν νομίζω ότι το γεγονός στην Ουτόγια συνδέεται άμεσα με το φασισμό αυτόν καθεαυτόν και με την άνοδό του στην Ευρώπη. Νομίζω ότι ο τύπος ήταν αυτό που λέμε “μοναχικός λύκος”. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο τύπος ήταν πειραγμένος και παλαβός. Αλλά ήταν και ένας τρελός ακροδεξιός ακτιβιστής. Έχω την αίσθηση ότι δεν έχει καταλάβει τη βαρύτητα των πράξεών του. Είναι κάτι που κανένας ψυχικά υγιής άνθρωπος δεν θα έκανε, ακόμα και για τους πιο ακραίους πολιτικούς λόγους. Σχετίζεται όμως και με την άνοδο του φασισμού και των εγκλημάτων μίσους στην Ευρώπη. Θεωρώ ότι έχει να κάνει με τις δυσκολίες που περνάμε. Είναι ακριβώς το ίδιο που συνέβη και στη δεκαετία του ’30 με τους ναζί και με τις μεγάλες οικονομικές ανακατατάξεις.
Η οικονομική και ηθική κρίση έχει κάνει τον κόσμο να βλέπει τον φασισμό σαν λύση. Έτσι προωθείται ο σωβινισμός, ο εθνικισμός, οι ιδέες περί “καθαρών φυλών”, και πάει λέγοντας. Είναι τραγικό το ότι οι αντιδράσεις μοιάζουν να είναι ίδιες με τότε. Ειλικρινά ελπίζω να μην επαναληφθεί η ιστορία.
Λίγα χρόνια πριν, είχες βγάλει το σινγκλ “Prisoner of the Road”, το σύνολο των εσόδων του οποίου δόθηκε στο NCR, στο Νορβηγικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες. Μπορεί η μουσική-και η τέχνη γενικά-να αλλάξει τον κόσμο;
Όλοι μας-ειδικά σε τέτοιους καιρούς-έχουμε ευθύνη να κάνουμε τον κόσμο γύρω μας καλύτερο.
Όχι μόνο οι καλλιτέχνες, όλοι μας, ακόμα και με το να βοηθάμε απλά το γείτονά μας. Ανεξάρτητα από όποια πολιτική χροιά μπορεί να έχει (αν και δεν θα έλεγα ότι οι καλλιτέχνες φέρουν πολιτική ευθύνη), η τέχνη είναι μέσο έκφρασης και μια παγκόσμια γλώσσα.
Αντίθετα με τη μοντέρνα τέχνη στο χώρο της γλυπτικής και της ζωγραφικής, την οποία οι πλούσιοι δεν την καταλαβαίνουν, αλλά ρίχνουν λεφτά σ’ αυτήν, καθώς την θεωρούν μια καλή επένδυση, τη μουσική εύκολα την καταλαβαίνεις. Μουσικά μπορείς να επικοινωνήσεις με οποιονδήποτε, ακόμα και αν δεν καταλαβαίνεις τη γλώσσα.
Η μουσική μπορεί να κάνει τους ανθρώπους καλύτερους, το πιστεύω απόλυτα αυτό.
Όσον αφορά το NCR, νιώθω πολύ περήφανος που ήμουν μέρος του. Το Συμβούλιο κάνει εξαιρετική δουλειά για μερικούς από τους πιο αβοήθητους ανθρώπους στον κόσμο, και μάλιστα σε κάποιες από τις επικίνδυνες περιοχές του. Το ότι μπόρεσα να βοηθήσω με ουσιαστικό τρόπο το έργο τους ήταν μεγάλη τιμή για μένα.
Τη σήμερον ημέρα, το διαδίκτυο μας έχει δώσει απεριόριστη πρόσβαση στη μουσική. Πώς μπορεί κανείς να ξεχωρίσει την ήρα από το στάρι μέσα σε αυτό τον κυκεώνα μουσικής;
Συμφωνώ μαζί σου, είναι πολύ δύσκολο να εντοπίσεις καλή μουσική. Εμένα προσωπικά δεν μου πολυαρέσουν τα περισσότερα σύγχρονα Ιndie κομμάτια που έχουν βγει τελευταία.
Ακούω κυρίως ό, τι μου προτείνουν άτομα των οποίων την κρίση εμπιστεύομαι. Δεν ακολουθώ κάποιο μουσικό ιστολόγιο ή σελίδα, δεν ανακαλύπτω μουσική στο διαδίκτυο. Ανακαλύπτω μουσική μιλώντας με άλλους ανθρώπους. Θα μπορούσα άνετα να ακούω ένα άλμπουμ για ένα χρόνο-προτιμώ να μπαίνω στ’ αλήθεια μέσα στη μουσική, παρά να καταναλώνω μεγάλες ποσότητες από αυτήν.
Ποτέ δεν το έκανα αυτό ούτως ή άλλως. Θεωρώ όμως ότι η υπερπροσφορά μουσικής εκεί έξω δεν σε βοηθάει και να την εκτιμήσεις. Εξ ου και η στροφή των τελευταίων χρόνων στο βινύλιο.
Η τρέχουσα τουρνέ σου λέγεται “Autumn in Arcadia”. Εκτός από το τραγούδι σου “Arcadian wives”, έχει καμία άλλη σχέση με την έννοια της Αρκαδίας;
Νομίζω ότι πήρα την ιδέα από τον πίνακα “Et in Arcadia ego” του Νικολά Πουσέν. Είναι ένα έργο τέχνης που για κάποιον λόγο το έχω ερωτευτεί. Πολλά από τα τραγούδια μου χαρακτηρίζονται από τη νοσταλγία για κάτι που έχει περάσει και χαθεί και για ένα πιο απλό τρόπο ζωής. Αυτή θεωρώ ότι είναι και η σημασία της Αρκαδίας στην τέχνη και στην ποίηση. Αυτό σημαίνει και στη μουσική μου-τη νοσταλγία για κάτι.
Έχεις διασκευάσει σε συναυλίες από το “I wanna be your dog” των Stooges μέχρι το “Amsterdam” του Jacques Brel. Πώς διαλέγεις τα τραγούδια που θα διασκευάσεις; Υπάρχουν κάποιες διασκευές που αγαπάς ιδιαίτερα;
Απλά βρίσκω τραγούδια που να μου αρέσουν τραγούδια και ψάχνω να βρω τρόπους να τα παίξω. Μου αρέσουν πολλά τραγούδια, αλλά δεν γίνονται όλα καλές διασκευές. Πάντα όμως γρατσουνάω την κιθάρα μου και βρίσκω κάποιον τρόπο να παίξω ορισμένα από τα αγαπημένα μου τραγούδια. Κι έτσι απλά συμβαίνει. Μ’ αρέσει να παίζω τη μουσική άλλων, γιατί πάντα μαθαίνω κάτι παίζοντας τα τραγούδια τους. Μερικές καλές διασκευές τώρα… Μια από τις καλύτερες είναι φυσικά το “House of the Rising Sun” των Animals. Παλιά, κλασική, και εξαιρετική διασκευή. Χμμ… τι άλλο… ξέρεις ένα συγκρότημα που λέγεται Twilight Singers;
Πλάκα μου κάνεις ρε Sivert; (από μέσα μου). ΛΑΤΡΕΥΩ τους Twilight Singers! (από έξω μου)
Είχαν βγάλει ένα εξαιρετικό άλμπουμ με διασκευές το 2004, το “She Loves You”. Γενικά ο Greg Dulli κάνει εξαιρετικές διασκευές και στο άλμπουμ αυτό είχαν κάνει μια θαυμάσια εκτέλεση του “Black is the color of my true love’s hair”. Φαντάζομαι ότι ξέρεις τη διασκευή που έχει κάνει ο Jeff Buckley στο “Hallelujah” του Leonard Cohen. Αν και μου αρέσει πολύ και το κομμάτι του Cohen, θεωρώ ότι η απόλυτη εκτέλεση του, από τις πολλές που έχουν γίνει, είναι αυτή του Buckley.
Δημιούργησες την Malabar Recording Company για τον τελευταίο δίσκο των Madrudaga και την Hektor Grammofon για τις σόλο δουλειές σου…
Έτσι γίνονται τώρα τα πράγματα. Δεν έχει νόημα μια μεγάλη δισκογραφική, η οποία έχει πολύ περιορισμένα πράγματα να προσφέρει σε έναν καλλιτέχνη. Δεν έχουν πια τα λεφτά που είχαν για να το ξοδέψουν σε έναν καλλιτέχνη, και όταν τα έχουν, δεν το κάνουν με τον ίδιο τρόπο που το έκαναν πριν. Δεν έχει νόημα να αφήσεις όλη την ελευθερία και τον έλεγχο στη δουλειά σου για να πάρεις τόσα λίγα πίσω. Αν έχεις τις πηγές να το κάνεις, καλύτερα να οργανωθείς ο ίδιος. Αυτός είναι ο λόγος που το έκανα και φαντάζομαι ότι για αυτό το κάνουν και οι άλλοι. Πάντως δεν σκοπεύω να ηχογραφήσω άλλους μουσικούς, δεν θέλω να είμαι κανενός το αφεντικό! (γέλια)
Τι σχέδια έχεις για το μέλλον-βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα;
Τώρα θα ξεκινήσω τη σόλο περιοδεία μου-βρίσκω πολύ λυτρωτικό το να παίζω μόνος μου. Γενικά, δεν έχω κάποια συγκεκριμένα σχέδια. Εκτός από το να συνεχίσω να κάνω μουσική και να συνεχίσω να κάνω περιοδείες. Αυτό έκανα πάντα, και αυτό θα συνεχίσω να κάνω!
Τι θα ακούσουμε στο επερχόμενο Live στη Θεσσαλονίκη;
Ανυπομονώ να ξαναπαίξω στην Ελλάδα-η αγάπη μου για τη χώρα ξεκινάει από τις πρώτες μέρες των Madrugada. Νομίζω ότι μάλλον κάποιος τότε είχε κάνει καλή δουλειά στην παρουσίασή μας στο κοινό, είχαμε τότε μια καλή δισκογραφική ως προς αυτά τα θέματα. Πέρα από αυτό όμως, αγαπάτε την πιο σκοτεινή μουσική. Ξέρω ότι ο Nick Cave και η Polly Jean Harvey είναι πολύ δημοφιλείς εκεί. Με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, κάπως κολλάω κι εγώ στην εικόνα. Ουσιαστικά, επιστρέφω την αγάπη! Στα ηλεκτρικά live δουλεύω πολύ με τα εφέ στην κιθάρα μου. Τα Unplugged Live προσπαθώ να τα κάνω όσο πιο ενδιαφέροντα γίνεται, με τις περιορισμένες γνώσεις μου. Θα παίξω τα νέα μου κομμάτια, και κάποια τραγούδια από όλη τη σόλο καριέρα μου. Και λίγα των Madrugada.
Καμιά διασκευή;
Σίγουρα το “Holocaust” των Big Star, το παίζω πολύ συχνά αυτό τελευταία. Και ίσως και να σκαρφιστώ κάτι σπέσιαλ για την Ελλάδα!
ΠΗΓΗ: www.mic.gr