Το παλιομάγαζο- Γράφει το Κίτρινο Βέλος
Είναι ένα μπουζουξίδικο. Κάπου. Μέρος δεν αποκαλύπτουμε ποτέ. Είναι για λίγους και ψαγμένους. Περπατημένους, που λέμε! Παλιό μαγαζί, μουσική, σέρβις, ποτά κακής ποιότητας. Όλα. Μανούρες, μαχαιρώματα. Πισώπλατα. Ζεϊμπεκιές στην πίστα με παραγγελιές, μόνο απ’ τα μπροστινά τραπέζια. Αυστηρά. Μέσα στο κατάστημα έχει 14 τραπέζια. Πιο παλιά είχε κι άλλα. Κάποιες φορές 16, 18, ελάχιστες 20, γιατί έπρεπε να στριμωχτούν, αναγκαστικά και κάτι “φιλαράκια” των μπροστινών. Πίσω αυτοί, βέβαια, αλλά έπρεπε να γίνει η δουλειά κάπως.
Όλη την χρονιά, βαράνε τα όργανα Σαββατοκύριακο. Λόγω συνθηκών, ιοί και τα λοιπά δηλαδή, ακούς πενιές και Τετάρτες, φέτος. Στριμωγμένο το πρόγραμμα, το καλεντάρι που λένε οι πιο μορφωμένοι! Στα “σβησίματα” της σαιζόν χωρίζει στην μέση ο χώρος. Όχι ακριβώς μέση, αλλά στο περίπου. Οι 6 μπροστά, οι 8 παραπίσω, χωρισμένοι με μια κουρτίνα και με μια πιο μικρή πίστα. Απ’ τους πίσω, όποιος παραπατήσει στα βήματα πάνω της, “χαιρετάει”, πετιέται εκτός, στο διπλανό κάτι σαν μαγαζί. Μια παράγκα, δηλαδή, με σκοτεινές φιγούρες. Ο δεύτερος χειρότερος ανταγωνίζεται με τον δεύτερο της διπλανής τρώγλης. Ο νικητής παραμένει, μαζί με τον πρώτο του διπλανού χαμαιτυπείου και πιάνουν θέση κάπου πίσω, ανακουφισμένοι, περιμένοντας τέλος Αυγούστου, βαριά αρχές Σεπτέμβρη, τα νέα γλέντια!
Κουμάντα ή αφεντικά, πείτε τα όπως βολεύει στον αξιακό κώδικα του καθένα, παραδοσιακά ήταν 3 νότιοι τύποι. Λίγο σκληρότεροι, άλλες φορές πιο μαλακοί, ανάλογα την εποχή. Τέταρτος στην παρέα τους ένας βόρειος. Ντεμέκ. Στόμα στραβό, παράπονο φουλ, αλλά όταν μεγαλοπιάνονταν με χρήμα στο πορτοφόλι έχανε το μέτρο. Έπαρση και αλαζονεία. Τσούγκρισμα και εβίβα με τους “εχθρούς”, μέχρι να αλλάξει το έργο και να γυρίσει στα παλιά, με τοπικιστικές κορώνες περί αδικίας και τα ρέστα. Γνωστά πράγματα.
Το τελευταίο που γουστάρουν είναι να τους χαλάει κάποιος την “σειρά”, την πιάτσα. Κάνουν τα αδύνατα δυνατά για να τον πάνε παραπίσω, μην χαλάσει το μοίρασμα στην μόστρα. Στην αρχή του λένε μην ανησυχείς, αλλά βρίσκουν λάθη στα άτομα που κάθονται στο τραπέζι του, για παράδειγμα κι ας έδωσε το Ο.Κ. ο (ε)πορτιέρης!! Μετά, βγάζουν κάποιους εκτός μαγαζιού και ποντάρουν πως η παρέα δεν θα μπορέσει να τα βγάλει πέρα, στριμωγμένη. Ακολουθούν λογαριασμοί, μεγάλοι. Μαζί με τα ποτά, έχει γραμμένα κάτι φέσια και σπασμένα πιάτα, πληρωμένα με αίμα,10 και παραπάνω χρόνων πίσω. Μαγικά πράγματα. Πού θα πάει; Θα τεντώσει το πορτοφόλι, σου λένε σκεπτόμενοι λογικά! Πολλά κόλπα και κολπάκια. Κάτι ξένα, τάχα μου, ξηγημένα και καθαρά γκαρσονάκια και βοηθοί και κάποιοι τύποι που παρακολουθούν τον τρελό χορό από οθόνες, αμόλυντοι κι αυτοί, επιφορτισμένοι με το καθήκον να παρεμβαίνουν, λέει, να ρίχνουν φως στο σκοτάδι. Ξέχασα να πω. Δεν έχει καλό φωτισμό ο χώρος! Αν ρωτήσεις, “τα παλιά γκαρσόνια ξέρουν”, που λέει και το άσμα. Έλληνες ντε! Μπασμένοι!
Μην τα πολυλέω, πάνε λίγα χρόνια που χαλάστηκαν, καθώς εμφανίστηκα πάλι με την παλιοπαρέα εκεί. Την πάτησα στο παρελθόν. Μεγάλη κουβέντα, για άλλη στιγμή. Απροσεξίες, μεθύσια, κωλομπαριλίκια και τα λοιπά. Αν δεν προσέξεις και γίνεις αλοιφή απ’ το μεθύσι και την ζάλη, την έκατσες. Μάτια ανοιχτά. Απ’ όλα έχει η νύχτα. Έτσι είναι και αν θες να κινείσαι και να επιβιώνεις εκεί, παίζεις παρόμοια.
Αθόρυβα, ζούλα που λέγανε οι μάγκες οι παλιοί, με τους χορευταράδες φίλους μου, κόντρα στις προβλέψεις πως θα κουραστούμε, χορέψαμε κάμποσο και φέτος. Πρωτοδεύτερο τραπέζι πίστα, για πολύ καιρό. Τώρα τρίτο, προς το παρόν. Μένουν 3 χοροί. Τα δείγματα για τους 2 απ’ τους τέσσερις “φίλους” δεν φαίνονται καλά. Εγώ, απ’ την άλλη, παρασύρθηκα ελαφρώς. Είναι και η κούραση, κάποια λάθη που συμβαίνουν στην νυχτερινή ζωή, λίγο ξύδι παραπάνω και δεν έχω καβαντζάρει ακόμα στα σίγουρα το ένα απ’ τα μπροστινά τραπέζια, για να πεταχτεί αναγκαστικά κάποιος τους παραπίσω. Μένει λίγο. Πολύ λίγο. Εφαρμόζουν κάτι τελευταίες, παλιές, συνταγές. Διχόνοια στην παρέα. Πολλές φορές έπιασε, παλιότερα, εκεί ποντάρουν πάλι.
Κυριακή μεσημέρι, ντάλα ο ήλιος, μπαίνω για μια γυροβολιά. Όταν τελειώσει, τότε μόνο θα πάρω ανάσα και θα κοιτάξω το επόμενο τραγούδι. Θυμάμαι και ακολουθώ δυο συμβουλές, παλιών νυχτόβιων. Η πρώτη; “Βήμα βήμα και μάτια παντού”. Η δεύτερη; “Αναμεταξύ κατεργαρέων, ειλικρίνεια δεν έχουν τα…”, δεν γράφω την λέξη. Όποιος θέλει να την δει και σουλατσάρει στην πόλη, είναι γραμμένα σε έναν τοίχο, κάπου στο κέντρο, τα λόγια!
Είπα να μην ασχοληθώ με ποδόσφαιρο και θυμήθηκα αυτό το στέκι, το παλιομάγαζο, σήμερα. Κάτι μπορεί να μάθει κάποιος και από τέτοια κείμενα!
Χαίρετε και υγιαίνετε!
Με ήχους ζεϊμπέκικους… https://m.youtube.com/watch?v=Dkldp3p9YgY
Σάββατο, 8 Μαΐου 2021
Κίτρινο Βέλος