Μία σπαρταριστή σάτιρα όπου ο παραλογισμός καλύπτει την απόγνωση στην εποχή της αθωότητας και της παράνοιας της χούντας.
Η ταινία “Λούφα και Παραλλαγή” (1984) σε σενάριο και σκηνοθεσία του Νίκου Περάκη πραγματεύεται, με “όχημα” την κωμική πλευρά, τη σκληρή περίοδο υπό το καθεστώς της δικτατορίας και το γέλιο ως φυσική αντίδραση στην καταπίεση και τη στέρηση της ελευθερίας.
To να δοκιμάσεις να χωρέσεις όλη τη “λούφα”, της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας σε μια ταινία, να εντοπίσεις τα συμπτώματα που μας οδήγησαν εδώ και την ίδια στιγμή να τα αντιμετωπίσεις με χιούμορ δεν είναι εύκολο ή μικρό πράγμα. Η ματιά του σκηνοθέτη είναι πάντα διαπεραστική και το χιούμορ του έξυπνο μα ποτέ πικρόχολο.
“Λούφα” στον στρατό χαρακτηρίζεται η αποφυγή της αγγαρείας, δηλαδή οποιασδήποτε εργασίας, ενώ “παραλλαγή” σημαίνει καμουφλάζ. Μαζί οι δύο λέξεις συνθέτουν τον τίτλο της ταινίας, αλλά και ένα νεολογισμό της κοινωνίας και της μικρογραφίας της (του στρατού).
Σπούδασε σκηνογραφία και ενδυματολογία στην Σχολή Καλών Τεχνών του Μονάχου και έτσι βρέθηκε να υπηρετεί την στρατιωτική του θητεία στην ΤΕΔ (Τηλεόραση Ενόπλων Δυνάμεων) το διάστημα 1966-69. Το γεγονός αυτό έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην δημιουργία της “Λούφας και Παραλλαγής”, καθώς έζησε ο ίδιος στιγμές σαν αυτές που περιγράφει στην μεγάλη οθόνη.
Με ένα εξαιρετικό καστ ηθοποιών όπως οι Νίκος Καλογερόπουλος, Γιώργος Κιμούλης, Τάκης Σπυριδάκης, Ανδρέας Φιλιππίδης, Δημήτρης Πουλικάκος, Αντώνης Θεοδωρακόπουλος, Σταύρος Ξενίδης, καταγράφει με ρεαλιστικό τρόπο την κατάσταση που επικρατούσε στις τάξεις του ελληνικού στρατού λίγο πριν και κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος των Συνταγματαρχών το 1967.
Στη διάρκεια της αναγκαστικής τους θητείας το 1967 και 1968, πριν και κατά τη στρατιωτική δικτατορία στην Ελλάδα, μια ομάδα στρατιωτών έχουν αποσπαστεί στην τότε νεοσύστατη τηλεόραση της ΥΕΝΕΔ. Έναν τηλεοπτικό σταθμό υπό τη διεύθυνση της Κινηματογραφικής Ένωσης του στρατού, που μέχρι τότε παρήγαγε μόνο προπαγανδιστικές ταινίες και επίκαιρα και είχε αναλάβει τη διασκέδαση του στρατεύματος. Η ταινία ακολουθεί τις κωμικοτραγικές καταστάσεις της καθημερινότητας των στρατιωτών, βγαλμένες μέσα από αυτοβιογραφικά επεισόδια, σε μια ιστορία μόνο κατά το 95% αληθινή (κι αυτό μόνο και μόνο επειδή η αλήθεια είναι ακόμα πιο παράλογη) που σχηματίζει την εικόνα μιας ολόκληρης εποχής.
Η παρέα των πρωταγωνιστών γρήγορα καταφέρνει να ξεπεράσει τις δυσκολίες ή τις απαγορεύσεις, υπονομεύοντας έμπρακτα τη σοβαροφάνεια, την άγνοια και την προπαγάνδα των συνταγματαρχών.
Η επιλογή του σκηνοθέτη να ορίσει την ΤΕΔ (Τηλεόραση ενόπλων Δυνάμεων) ως το σημείο που διαδραματίζεται η κινηματογραφημένη ιστορία του φαντάζει ως ιδανική. Και στην ταινία αλλά και στην ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης το πρώτο δοκιμαστικό πρόγραμμα πραγματοποιήθηκε μέσα από μονάδα του Ελληνικού Στρατού. Όπως στην ταινία έτσι και στην ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης οι πρώτοι τεχνικοί που χρησιμοποιήθηκαν ήταν φαντάροι με εμπειρία στον ελληνικό κινηματογράφο της εποχής.
Προβάλλει μια ολόκληρη εποχή τοποθετώντας σε κάθε ήρωα που δημιούργησε τον κατάλληλο ηθοποιό. Οι ήρωες της ταινίας μοιάζουν βγαλμένοι από τα σπλάχνα της ελληνικής κοινωνίας.
Παρουσιάζει έξοχα την ατμόσφαιρα που επικρατούσε στον τηλεοπτικό σταθμό που έστηναν οι ένοπλες δυνάμεις, με τη συμμετοχή στρατευσίμων, παραμονές του απριλιανού πραξικοπήματος. Χαρακτήρες που σκόπιμα και έντεχνα μετατρέπονταν σε καρικατούρες ανθρώπων, ένας τραγελαφικός παραλογισμός που όμως άγγιζε το γκροτέσκο, βαλκανική προχειρότητα, ευθυνοφοβία μα και αλαζονεία, γραφικότητα μα και ανθρώπινο δράμα.
Ο αξέχαστος Σταύρος Ξενίδης υποστηρίζει άψογα το ρόλο του ψύχραιμου διοικητή της μονάδας. Το ίδιο και ο Χρήστος Βαλαβανίδης στο ρόλο του αξιωματικού υπεύθυνου για το γραφείο Α2 (κάτι σαν υπηρεσία πληροφοριών της ΤΕΔ).
Ο Γιώργος Κιμούλης είναι ο Αχιλλέας Λάμπρου, το παιδί της μαμάς που έχει μάθει να επιβιώνει κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Είναι επινοητικός, είναι γοητευτικός, κερδίζει χαρτζιλίκι από μικροδουλειές που κάνει εντός και εκτός μονάδας.
Ο Τάκης Σπυριδάκης είναι ο Παναγιώτης Μπαλούρδος, ο οδηγός της μονάδας που δεν έχει καμία ιδεολογική ανησυχία. Είναι μικρολαμόγιο, ο κουτοπόνηρος επαρχιώτης φαντάρος.
Ο Νίκος Καλογερόπουλος είναι ο στρατιώτης και οπερατέρ Γιάννης Παπαδόπουλος, ένας ιδεολόγος που διώκεται για τις αριστερές του πεποιθήσεις. Στην ΤΕΔ πήγε λόγω των τεχνικών του γνώσεων, πριν μετατεθεί στην Αθήνα υπηρετούσε σε φυλάκιο στη γραμμή των συνόρων.
Η τρελή παρέα των φαντάρων καταφέρνει να βγάζει και χρήματα, γυρίζοντας… σεξοταινίες με υλικό του στρατού, ώσπου το πρωινό της 21ης Απριλίου του 1967, το στρατιωτικό πραξικόπημα ενός άλλου Παπαδόπουλου, μόνιμου συνταγματάρχη, έρχεται να τους κόψει τα φτερά…
Η μελαγχολική κωμωδία του Νίκου Περάκη, με τη διεισδυτική σάτιρα και το οξυδερκές χιούμορ της, σφράγισε την καλλιτεχνική πορεία του δημιουργού της και κατέκτησε ξεχωριστή θέση στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου.