Το Πάσχα είναι η κορύφωση της εβδομάδας των παθών του Κυρίου, αλλά συνήθως το ξεχνάμε.
Γράφει ο Αντώνης Καρπετόπουλος:
Για μας το Πάσχα είναι έξοδος, επιστροφή στο χωριό, μαγειρίτσα και σούβλες, σε μια κορνίζα ανοιξιάτικου τοπίου που συνήθως βοηθά την καρδιά μας να πάρει αναπνοές. Κι ο Χριστός; Τον Πάσχα τον βλέπουμε λιγότερο από όσο πρέπει. Παγιδευμένοι στις ανάγκες μας δεν τον διακρίνουμε, γιατί κι αυτός μας αποφεύγει. Από τη στιγμή που μετατρέψαμε τα Πάθη του σε μια ακόμα ευκαιρία για πανηγύρι, γιατί να μας δείξει το πρόσωπό του; Και γιατί να μας υπενθυμίσει τη δύναμή της χάρης του;
Ισως έπρεπε να αφήσουμε κατά μέρους τις εξόδους, τα κοκορέτσια, τα τσουγκρίσματα των αυγών, για να τον δούμε αυτόν τον Χριστό. Θυσιάζοντας φέτος όσα το Πάσχα μάθαμε να αγαπάμε, τουλάχιστον τον βλέπουμε. Φοράει μια μάσκα και είναι ντυμένος με μια παράξενη γαλαζοπράσινη στολή: είναι γιατρός ή νοσηλευτής. Δεν βλέπουμε το πρόσωπό του, δεν ξέρουμε ποια ακριβώς είναι η ζωή του, δεν θα τον γνωρίζαμε αν περνούσε δίπλα μας – όπως ακριβώς και τον ένα και μοναδικό Χριστό. Αλλά ξέρουμε ότι υπάρχει. Και σε μια Μονάδα Εντατικής Θεραπείας παιδεύεται καθημερινά να κάνει το ίδιο θαύμα, δηλαδή να νικήσει το θάνατο.
Φέτος το Πάσχα δεν έχουμε σούβλες και δημοτικά τραγούδια, δεν έχουμε μποτιλιάρισα στα διόδια, δεν ακούμε βαρελότα, δεν θα παρακολουθήσουμε στο δελτίο ειδήσεων τα έθιμα στη Χίο και στην Καλαμάτα και κανείς δεν θα μας μιλήσει για την επικινδυνότητα τους. Φέτος το Πάσχα δεν θα πάμε στην εκκλησία ένα τέταρτο για να ακούσουμε το Χριστός Ανέστη, δεν θα πάρουμε λαμπάδες με Σουπερ ήρωες στα πιτσιρίκια, δεν θα ανταλλάξουμε φιλιά και ευχές. Αλλά έχουμε μπροστά μας αυτό που δεν είχαμε όλα τα προηγούμενα Πάσχα, δηλαδή πολλούς μικρούς θαυματουργούς Χριστούς.
Πολύ συχνά στην ιστορία της ανθρωπότητας η Τέχνη έχει χρησιμοποιηθεί ως η μεγαλύτερη απόδειξη ότι ο άνθρωπος κατάγεται από το Θεό. Η αρμονία των χρωμάτων στους πίνακες του Σεζάν, οι κοφτερές λέξεις στις τραγωδίες του Αισχύλου, οι νότες του Μπετόβεν, τα κινηματογραφικά κάδρα του Κιούμπρικ ή του Ταρκόφσκι, η αιώνια γοητεία κάθε Καρυάτιδας που μας κοιτάζει από την Ακρόπολη, ήταν πάντα λόγοι για να πιστέψεις πως υπάρχουν δημιουργοί θεόπνευστοι – όχι για την ικανότητα τους να επικοινωνούν με τον Θεό, αλλά για το ίδιο τους το σχεδόν εξώκοσμο χάρισμα να δίνουν στο έργο τους την δύναμη της Αθανασίας. Η Τέχνη έχει πάντα τον τρόπο να μαγνητίζει και να τραβά την προσοχή μας πιο πολύ από την Θεολογία – ένας άνθρωπος μπορεί να πιστέψει στο Θεό απλά ατενίζοντας στη Βαρκελώνη την ημιτελή Σαγράδα Φαμίλια, ίσως και βλέποντας τον Μέσι να σκοράρει, αφού προηγουμένως έχει ακινητοποιήσει όλη την αντίπαλη άμυνα – κι αυτός καλλιτέχνης είναι. Αλλά ο καλλιτέχνης είναι απλά δημιουργός μιας ομορφιάς – η σχέση του με το θείο περιορίζεται στην διαφήμιση του.
Ακόμα κι ο πλέον εμπνευσμένος δημιουργός δεν κάνει τίποτα πιο πολύ από το να απογειώσει τα συναισθήματα μας, να μας κάνει να αισθανθούμε τυχεροί που υπήρξαμε κοινωνοί του έργου του – συνεπαρμένοι, μαγεμένοι, άβουλοι μπορούμε να ακολουθούμε τις νότες του Μαγικού Αυλού του. Μπορούμε επίσης να θαυμάζουμε το μεγάλο δημιουργό αλλά και να τον μισούμε για την ειδική σχέση του με το Θεό: «ο Μότσαρτ είναι ο γιός του Θεού, που με αγνόησε κι εγώ για αυτό θα τον καταστρέψω» λέω ο Σαλιέρι στον αριστουργηματικό Αμαντέους του Μίλος Φόρμας αποδίδοντας υπέροχα την άλλη πλευρά της σχέσης του θαυμαστή με τον θαυματοποιό.
Αυτή όμως η αντίδραση απέναντι στην έμπνευση μαρτυρά και τη διαφορά του καλλιτέχνη από τον Χριστό και Θεό μας: ο Χριστός δεν γιορτάζεται πασχαλιάτικα για πράξεις καλλιτεχνικές και έργα που μπορεί να προκαλούν θαυμασμό ή φθόνο – γιορτάζεται γιατί νίκησε το θάνατο. Κατ’ επέκταση δεν είναι ο καλλιτέχνης ο φυσικός διάδοχός του, αλλά αυτός που με το θάνατο παλεύει και τον θάνατο κερδίζει, δηλαδή ο γιατρός.
Το εφετινό μας Πάσχα είναι το πιο μεγάλο σε διάρκεια που γνώρισε τα τελευταία χρόνια η ανθρωπότητα. Δεν διαδραματίζεται τώρα: έχει ξεκινήσει τη μέρα που ο πρώτος ασθενής από κορονοϊό μπήκε στην εντατική. Το σκηνικό του δεν είναι καταπράσινα βουνά ή νησιά περικυκλωμένα από το γαλάζιο του Αιγαίου, αλλά είναι ιατρικά κρεβάτια, μάσκες οξυγόνου, μηχανήματα και αποστείρωση. Στο εφετινό μας Πάσχα η μάχη με το θάνατο δεν δίνεται μια και μόνη στιγμή και το Ιλι Ιλι Λαμά Σαβαχνί δεν ακούγεται δυνατά, αλλά ψιθυριστά: κανείς δεν ξέρει πόσοι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο ψέλλισαν «Θεέ μου γιατί με εγκατέλειψες» χρησιμοποιώντας μόνο την ανάσα τους.
Στο εφετινό Πάσχα δεν υπάρχει ένας όχλος που πρέπει να αθωώσει τον Βαραββά ή τον Χριστό, αλλά ένας Χριστός με μάσκα, γάντια και γαλαζιπράσινη στολή που θέλει να μας σώσει όλους μας, γνωρίζοντας πως μόνο αυτόν θα έχουμε στο προσκεφάλι μας αν αρρωστήσουμε: η φύση της ασθένειας μας επιβάλει σαν τιμωρία να μην έχουμε κανένα δικό μας – εκτός από τον γιατρό και τον νοσηλευτή, τον δικό μας Χριστό.
Κανείς ποτέ δεν μπόρεσε να πει μπράβο στον Χριστό για την θυσία του. Η Ανάστασή του που γιορτάζουμε τη μέρα του Πάσχα διαδόθηκε από τους μαθητές του αργότερα, υμνήθηκε χωρίς την δική του φυσική παρουσία – ο Βασιλιάς των Ουρανών έκανε τα θαύματα του χωρίς την προσδοκία του χειροκροτήματος της αποθέωσής, αλλά γιατί αυτή ήταν η αποστολή του από τον Πατέρα. Το ίδιο συμβαίνει τώρα και με τον γιατρό μας. Προσπαθεί να φέρει σε πέρας την αποστολή του μόνος και κανείς ποτέ δεν θα καταλάβει το βάρος που κουβαλάει στην καρδιά του για χάρη μας. Κανείς ποτέ μας δε θα κατανοήσει αυτή του τη μοναξιά – τη μοναξιά του ανθρώπου που παλεύει με τον ίδιο τον ανίκητο θάνατο και μάλιστα όχι για λογαριασμό του. Κανείς ποτέ μας δεν θα καταφέρει να ευχαριστήσει όλους αυτούς τους γιατρούς, που έχοντας να αντιμετωπίσουν την πιο ύπουλη επιδημία που χτύπησε την ανθρωπότητα, αποφάσισαν να αναμετρηθούν μαζί της χωρίς δεύτερη σκέψη.
Και στην Ελλάδα μας μάλιστα να την νικήσουν, έστω κι αν τα νοσοκομεία μας δεν ήταν τα καλύτερα, έστω κι αν οι ελλείψεις ήταν πολλές, έστω κι αν εμπειρία προηγούμενης πανδημίας δεν υπήρχε. Δεν το λέω υπερβάλοντας, είναι η πραγματικότητα: στο «Σωτηρία» οι γιατροί μας θεράπευσαν εκατοντάδες ανθρώπους με δικό τους πρωτόκολλο, στο Παστέρ είναι έτοιμοι να μας δώσουν τα πρώτα ελληνικά διαγνωστικά τεστ. Οι Ελληνες γιατροί ζούνε τη μεγαλύτερη σε διάρκεια Κυριακή της Ανάστασης. Προσφέρουν. Συγκινούν.
Φέτος ίσως χάσαμε ένα Πάσχα. Αλλά είδαμε την ίδια τη δύναμη του Θεού. Που νίκησε το θάνατο όχι με αγκάθινο στεφάνι, αλλά με μια μάσκα. Και με μια αληθινά θεόπνευστη γνώση και με μια σπάνια γενναιότητα. Αληθώς γιατρέ μου…
ΠΗΓΗ: www.karpetshow.gr