«Το πανκ είπε σε αυτόν τον κόσμο «άντε γ@μήσου», αλλά δεν μπορούσε να προχωρήσει πιο πέρα. Το επόμενο βήμα, να παραδεχθείς ότι «γ@μήθηκα», το ανέλαβαν οι Joy Division».
Ιούλ 15, 2014 Έκλεισε την τηλεόραση καθώς έπεφταν οι τίτλοι τέλους της ταινίας «Stroszek» του Χέρτσογκ. Υστερα ο Ιαν Κέρτις έβαλε το «Idiot» του Ιγκι Ποπ στο πικ απ, πήρε το σχοινί της μπουγάδας, έφτιαξε μια θηλιά και κρεμάστηκε στην κουζίνα του σπιτιού του, στο Μάκλσφιλντ.
Ήταν το ξημέρωμα της 18ης Μαΐου του 1980, παραμονή της περιοδείας των Joy Division στις ΗΠΑ. Το επόμενο μεσημέρι η γυναίκα του, η Ντέμπορα Κέρτις, επιστρέφοντας στο σπίτι βρήκε το πτώμα. Ο Κέρτις ήταν μόλις 23 χρόνων κι είχε προλάβει να κυκλοφορήσει με τους Joy Division έναν μόνο δίσκο, το «Unknown pleasures». Ο δεύτερος, το «Closer», κυκλοφόρησε δύο μήνες μετά το θάνατό του. «Όταν η αστυνομία ανακάλυψε το σημειωματάριό του -όπου έγραφε τους στίχους-, μας είπε ότι ήταν κλασική καταγραφή των σκέψεων ενός αυτόχειρα», είχε πει ο Πίτερ Χουκ, ο μπασίστας. «Αλλά ήμασταν πολύ νέοι για να το καταλάβουμε».
«Όλα ξεκίνησαν με τους Sex Pistols», έλεγε στις συνεντεύξεις ο ντράμερ, ο Στίβεν Μόρις. «Έπαιζαν, χωρίς να ξέρουν τα όργανα, έναν τρομακτικό θόρυβο. Οπότε σκεφτήκαμε ότι μπορούμε να το κάνουμε κι εμείς». Αφού είδαν τη συναυλία των Sex Pistols στο Free Trade Hall τού Μάντσεστερ και βουτήχτηκαν στη φιλοσοφία του πανκ, δύο φίλοι, ο Μπέρναντ Σάμνερ, που έπαιζε κιθάρα, και ο μπασίστας Πίτερ Χουκ, έφτιαξαν τη δική τους μπάντα. Βρήκαν για τραγουδιστή τον Ιαν Κέρτις από μια αγγελία στο τοπικό δισκάδικο και κατέληξαν, αφού άλλαξαν αρκετούς ντράμερ, στον φίλο τού Ιαν, Στίβεν Μόρις.
Το πρώτο τους όνομα ήταν «Warsaw» (Βαρσοβία) από την ομώνυμη ελεγεία του Μπάουι, το «Warzawa» στον δίσκο «Low». Πολύ σύντομα το άλλαξαν σε «Joy Division» από το βιβλίο «The house of dolls», τη μαρτυρία μιας νεαρής Εβραίας για τις σεξουαλικές υπηρεσίες που παρείχαν στους ναζί οι όμορφες και νέες κοπέλες των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Μόνο που οι Joy Division δεν ήταν η κλασική πανκ μπάντα. «Μπαίναμε στο στούντιο, όλοι μαζί γράφαμε τις μελωδίες στην κιθάρα.
Ο Ιαν άκουγε και μετά τραβούσε από ένα κουτί στίχους και άρχιζε να τραγουδάει», θυμάται ο Σάμνερ. «Έγραφε κάθε νύχτα σπίτι του». «Δεν δίνω απαντήσεις στους ανθρώπους, τους θέτω ερωτήσεις». Ούτε ο Κέρτις ήταν ο κλασικός πανκ. Μπορεί ο τρελός χορός του με τις επιληπτικές κινήσεις γύρω από το μικρόφωνο να θύμιζε τον Ιγκι Ποπ. Οι στίχοι του, όμως, ήταν επηρεασμένοι από συγγραφείς όπως ο Τζέιμς Γκράχαμ Μπάλαρντ και ο Ουίλιαμ Μπάροουζ, που έφτιαχναν τις δικές τους εφιαλτικές δυστοπίες. Τους χρωστάνε ολόκληρα τραγούδια, όπως το «Atrocity exhibition» ή το «Interzone».
Στις ελάχιστες συνεντεύξεις του ο Ιαν Κέρτις έλεγε: «Δεν δίνω απαντήσεις στους ανθρώπους, τους θέτω ερωτήσεις».
Μοναχικός, βασανισμένος από επιληπτικές κρίσεις και ταλαντούχος ποιητής, ο Ιαν Κέρτις αυτοκτόνησε στα είκοσι τρία του. Άφησε δύο δίσκους από τους πιο επιδραστικούς στη σύγχρονη σκηνή, το «Still», μια συλλογή από ακυκλοφόρητα τραγούδια και ζωντανές ηχογραφήσεις, και τα σινγκλ «Ceremony» και «Love will tear us apart». Το τελευταίο έγινε και επιγραφή στον τάφο του, στο νεκροταφείο του Μάκλσφιλντ. Οι υπόλοιποι συνέχισαν ως New Order μέχρι τη διάλυσή τους το 2007. «Οι νέοι με ένα βάρος στους ώμους τους», όπως έλεγε το «Decades», ο θλιμμένος ύμνος που έκλεινε τον δίσκο «Closer», ήταν η εμμονή στους στίχους τού Κέρτις. Το 1979, έπειτα από μια περίοδο οικονομικής ύφεσης, από όπου ξεπήδησε το πανκ, οι Συντηρητικοί με επικεφαλής τη Θάτσερ ξεκίνησαν την εκστρατεία οικονομικής αναδιάρθρωσης.
Η μουσική των Joy Division ήταν μουντή, άγρια και μελαγχολική, το σάουντρακ τού Μάντσεστερ, καθώς οι τελευταίες βιομηχανίες έκλειναν και οι δρόμοι γέμιζαν άνεργους εργάτες. «Υπήρχε οργή στη μουσική τους», λένε τώρα όσοι τους θυμούνται στις συναυλίες τους, «αλλά και μια ζοφερή μοιρολατρία, μια άγρια παραίτηση». Σε μια γκρίζα πόλη, που από τη μια στέκονταν απεγνωσμένοι άνθρωποι και από την άλλη η αστυνομία που επαιρόταν ότι την είχε κάνει την πιο ασφαλή πόλη, η μουσική των Joy Division ήταν ο ήχος που αντανακλούσε τον εφιάλτη.
Ο Άντονι Γουίλσον, διοργανωτής τότε συναυλιών, το θέτει πιο απλά: «Το πανκ είπε σε αυτόν τον κόσμο «άντε γαμήσου», αλλά δεν μπορούσε να προχωρήσει πιο πέρα. Το επόμενο βήμα, να παραδεχτείς ότι «γαμήθηκα», το ανέλαβαν οι Joy Division». Κάπως έτσι, αν το πανκ ήταν μια εξέγερση μετά μουσικής, η μουσική των Joy Division ήταν η παραδοχή του αδιεξόδου των καιρών. Σηματοδότησαν το τέλος μιας εποχής, με τον ίδιο τρόπο που οι Doors, μια δεκαετία πριν, είχαν βάλει την ταφόπλακα στη χίπικη ουτοπία.
Οι Joy Division έγδυσαν το ροκ από όλο το γκλαμ, που είχε κουβαλήσει στο παρελθόν, ξεπέρασαν την άναρθρη κραυγή τού πανκ και έδειξαν ότι μπορείς να γράψεις μουσική για την απόγνωση γύρω σου, χωρίς καμία παραχώρηση. Άφησαν πίσω τους ένα σωρό ακόλουθους: από τους The Sound της εποχής τους, μέχρι όλη τη στρατιά από τις σημερινές μπάντες, που αντιγράφουν τον σκοτεινό μετα-πανκ ήχο τους. Μόνο που κανένας από αυτούς δεν μπορεί να τραγουδάει «ένα γεμάτο όπλο δεν θα σε απελευθερώσει» και να νιώθεις ότι το εννοεί. Ίσως γιατί οι Joy Division μίλησαν μόνο για τους καιρούς τους.
ΠΗΓΗ: enet.gr