Για τον Ηλία Ζάικο δεν χρειάζονται πολλά λόγια. Όσοι από εμάς παρακολουθούμε την καριέρα του στη μουσική εδώ και 40 χρόνια, γνωρίζουμε πολύ καλά ότι άνθρωποι όπως αυτός είναι απολύτως αναγκαίοι για την ψυχική μας υγεία και ανάταση. Επειδή τα blues του Ηλία είναι τα blues του κόσμου και ο ηλεκτρισμός τους είναι αναζωογονητικός όσο και διδακτικός.
Συνέντευξη στους Γιάννη Καστανάρα και Μιχάλη Τζάνογλο:
O Ηλίας Ζάικος γεννήθηκε το 1960 στη Θεσσαλονίκη. Κόλλησε με το rock and roll στα μέσα της εφηβείας του, είναι αυτοδίδακτος κιθαρίστας και έχει καταλήξει να είναι ένας διεθνώς αναγνωρισμένος μουσικός αναπτύσσοντας ένα ιδιαίτερο στυλ, ενώ συνθέτει και τραγουδάει. Το 1983, οι Blues Gang, η μπάντα που ξεκίνησε (και συνεχίζει) μαζί με τον μπασίστα Σωτήρη Ζήση στις αρχές της δεκαετίας του ’80, κυκλοφόρησαν τον πρώτο ελληνικό blues δίσκο και στη συνέχεια άλλους δυο, πριν μετονομαστούν σε Blues Wire και συνεχίσουν ακάθεκτοι ηχογραφώντας και δίνοντας συναυλίες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό μέχρι σήμερα που τα δυο αυθεντικά μέλη πλαισιώνονται από την ντράμερ Νίκη Γουρζουλίδου.
Πώς ανακάλυψες τα blues και τι ήταν αυτό που σε τράβηξε σε αυτό το είδος; Θυμάσαι το πρώτο blues κομμάτι που άκουσες;
Στα μπλουζ έφτασα σκάβοντας στο γιγάντιο βαρέλι της μουσικής, όταν κάποια στιγμή αντίκρισα τον πάτο, ήταν εκεί ολόγυρα μου. Είμαι απλός άνθρωπος και πάντα με συγκινούσαν τραγούδια και φόρμες που έλκουν την καταγωγή τους από λαϊκούς και παραδοσιακούς ήχους. Μόνο που η πορεία μου ως ακροατής διέγραψε μια «παράλογη» τροχιά, από τα ρεμπέτικα και τα ντίσκο pop ξάφνου χάθηκα στον αχανή κόσμο του progressive rock με τις ατέρμονες αναζητήσεις του, η έμφυτη περιέργεια μου με οδήγησε στην προσπάθεια να βρω μια κάποια αρχή σε αυτό το νήμα κι έτσι έφτασα στην πηγή, τα blues. Ταυτόχρονα σχεδόν στα είκοσι μου άρχισα να παίζω κιθάρα και γοητεύτηκα αφάνταστα από τον χώρο που έδινε αυτό το στυλ στον μουσικό να εκφραστεί και να αυτοσχεδιάσει, και τούτο χαρακτηριστικό της παραδοσιακής φόρμας. Αιχμαλωτίστηκα και έκτοτε είμαι κατά μια έννοια ιδρυματοποιημένος αλλά διόλου δυστυχής και το σπουδαιότερο, αισθάνομαι ελεύθερος, μακάρι οι φυλακές να ήταν για όλους έτσι. Το πρώτο τραγούδι δεν το θυμάμαι βέβαια, έχω έντονη ανάμνηση όμως από την ακρόαση ενός από τους πρώτους δίσκους ηλεκτρικού μπλουζ που άκουσα, ήταν το “Hard Again” του Muddy Waters. Άκουγα με ακουστικά και στην κυριολεξία με έπιασε πονοκέφαλος στην προσπάθεια να αποκωδικοποιήσω το παίξιμο από 3 κιθάρες, 2 φυσαρμόνικες, πιάνο, μπάσο, τύμπανα και φωνή που καθένα από αυτά ακολουθούσε έναν δικό του δρόμο παίζοντας διαφορετικά πράγματα δίχως να μοιάζει να ενδιαφέρονται για έννοιες που συχνά συναντούμε στη μουσική όπως δέσιμο, κλείδωμα κλπ. στη σχέση τους με τους υπόλοιπους. Αυτός μάλλον είναι κι ένας από τους λόγους που αργότερα θαύμασα τον ήχο και την αισθητική των Allman Brothers Band.
Η διαχρονική αξία των blues και οι άνθρωποι (όχι απαραιτήτως μουσικοί) που σε επηρέασαν για να ξεκινήσεις το μουσικό σου ταξίδι.
Θα έλεγα πως η αρνητική τους ενέργεια και η δυσπιστία των περισσότερων ήταν εκείνα που αρχικά με πείσμωσαν και δεν τα παράτησα, κάτι που έχω κάνει με πολλά στη ζωή μου. Μέχρι και χλεύη εισέπραξα κάποιες φορές από μουσικούς που με απόπαιρναν κοροϊδεύοντας με για τους γέρους που ακούω και δεν μπορούν να πάρουν τα δάχτυλα τους. Στον αντίποδα, η ίδια η μουσική μπλουζ είναι οδοστρωτήρας, άπαξ και σου ανοίξει την πόρτα να μπεις, δεν υπάρχει γυρισμός, ότι κι αν κάνεις. Τα μπλουζ ήρθαν για να μείνουν, μπόλιασαν και μπολιάστηκαν και ποτέ δεν έμειναν αμέτοχα στις εξελίξεις κάθε είδους, με την εξαίρεση της κλασσικής και κάποιων heavy metal ιδιωμάτων, μπορείς να τα ανιχνεύσεις σχεδόν σε οτιδήποτε ακούγεται στην σύγχρονη σκηνή, χώρια που η γνώση τους σε κάνει έναν εν δυνάμει καλύτερο μουσικό.
Είμαι αυτοδίδακτος και μουσικά δεν είχα στήριξη από φίλους μουσικούς στην αρχή, πέρα από το δεδομένο ανθρώπινο ενδιαφέρον και αγάπη που είχαμε μεταξύ μας, πάντα έμοιαζα παράταιρος και κάποιες φορές γραφικός, αργότερα βέβαια τα πράγματα άλλαξαν. Θαρρώ πως είμαι μια κάποια ενσάρκωση αυτού που λένε self made man.
Ποιες ήταν μερικές από τις σημαντικότερες επιρροές σου ως κιθαρίστας και πώς τις ενσωμάτωσες στον ήχο σου;
Από μαύρους κιθαρίστες σχεδόν άπαντες, λίγο η πολύ. Σαφώς και τα μεγαθήρια του είδους έπαιξαν πρωτεύοντα ρόλο, BB, Albert & Freddy King, Albert Collins και ίσως λίγο εντονότερα ο Buddy Guy. Από λευκούς, αντίστοιχα Eric Clapton, Peter Green αλλά και κάποιοι λιγότερο γνωστοί που σημάδεψαν τη ματιά μου στις νότες, Ronnie Earl, Hollywood Fats και ο λατρεμένος Mike Bloomfield. Σχεδόν ποτέ στη ζωή μου δεν μελέτησα με την τυπική έννοια του όρου, αυτό που λέτε για την ενσωμάτωση γινόταν καθώς έβαζα στο πικάπ να παίζει κάτι και προσπαθούσα να ακολουθήσω μαζί, όχι για να κοπιάρω φράσεις, αυτό λίγο με απασχολούσε, αλλά για να αποτελέσω ενεργό μέλος της ατμόσφαιρας, καταλάβαινα πως έκανα βήματα μπροστά όταν έπαιζα με το κομμάτι και στ αυτιά μου δεν ηχούσε τίποτε εκτός κλίματος, τότε αντιλαμβανόμουν πως εναρμονίστηκα με το πνεύμα του κομματιού και έπαιρνα την ικανοποίηση του ονείρου πως θα τα κατάφερνα κοντά τους.
Τελικά, ποια είναι η «μοίρα» ενός μπλουζίστα καλλιτέχνη στην Ελλάδα;
Καλά τώρα, η προδιαγεγραμμένη ήττα γίνεται ορατή από νωρίς αν έχεις λίγο μυαλό, στη χώρα του σκυλάδικου που τρώει τα παιδιά της δεν μπορούμε να περιμένουμε πολλά. Κι εγώ ο ίδιος με τις 4 δεκαετίες ενασχόλησης από πίσω δεν θα τα «κατάφερνα» αν δεν είχα ηθική αλλά και έμπρακτη στήριξη από οικογένεια και αγαπημένους ανθρώπους. Στάθηκα πολύ τυχερός σε τούτο, υπήρξα όμως ταυτόχρονα και πολύ αποφασισμένος. Συχνά χαριτολογώ για τους Blues Wire λέγοντας πως είμαστε η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα και αποτελούμε το κατεστημένο του περιθωρίου.
Πώς προσεγγίζεις το γράψιμο καινούργιων τραγουδιών και ποια είναι τα βασικά στιχουργικά κίνητρα ή συναισθήματα;
Έχω μια έφεση στο γράψιμο τραγουδιών, σε άλλες εποχές ίσως και κάτω από διαφορετικές συνθήκες θα μπορούσα να παρουσιάζω ένα καινούργιο τραγούδι κάθε μέρα. Εύκολα. Αυτό μου δίνει μεγάλη χαρά και ικανοποίηση αλλά ταυτόχρονα φέρνει πόνο και απογοήτευση. Πόσα να σημειώσεις και τι να τα κάνεις; Ματαιοπονία. Εδώ και πολλά χρόνια σταμάτησα να καταγράφω τις ιδέες μου και τις αφήνω να ζουν στο μυαλό μου μέχρι οι περισσότερες να πεθάνουν, όσες νικήσουν την λήθη και εξακολουθήσουν να ακούγονται λαμπερά μέσα στο κεφάλι μου, σημαίνει πως κάπως κάποτε τους το χρωστάω ν ασχοληθώ μαζί τους εκ νέου, είτε πρόκειται για στίχους είτε για μουσική. Τα κίνητρα τα αντλώ από τον κόσμο που δεν έχει σύνορα και στεγανά, παρόλο που είμαι θιασώτης του «γράψε για όσα γνωρίζεις», τούτη η γνώση μπορεί να έχει και μεταφυσικό χαρακτήρα, μπορεί κάποιος να ισχυριστεί πως δεν σου ανήκει το όνειρο που είδες ή το όραμα που βίωσες;
Ποιες είναι μερικές από τις προσκλήσεις που αντιμετώπισες ως μπλουζ μουσικός και πώς τις ξεπέρασες;
Θα απαντήσω λέγοντας πως εκτός από τις προσωπικού χαρακτήρα μάχες, τεχνική, έκφραση, ανάλυση, εφευρετικότητα, εκείνο που έμαθα στα πάλκα είναι να ακούω και να προσέχω τον εκάστοτε συμπαίκτη μου και να θεωρώ ως ύψιστο επίτευγμα όταν καταφέρνω να βοηθήσω τον μουσικό δίπλα μου να ηχήσει καλύτερα. Αυτού του τύπου οι προκλήσεις δεν σταματούν ποτέ, τα κύματα ανεβαίνουν και κατεβαίνουν αλλά το νερό πάντα κυλάει, από τη στιγμή που θα πεις στον εαυτό σου αυτό το έμαθα ή εκείνο το άφησα πίσω μου, είσαι κομμάτι ενός χαμένου παιχνιδιού.
Πώς ισορροπείς τις παραδόσεις και τις συμβάσεις των blues με το προσωπικό σου στυλ και τη δημιουργική σου έκφραση;
Ποτέ δεν ένοιωσα πως κάτι με απειλεί ή με φρενάρει παίζοντας μπλουζ. Μπορεί ο ιστορικός μελετητής να τραβάει στη δουλειά του κάποιες γραμμές για να την κάνει ευκολότερα κατανοήσιμη αλλά ως μουσικός αγαπάω κάθε έκφανση του είδους. Είναι όντως δύσκολο να πιστέψεις σε πράγματα που γεννιούνται από μέσα σου και μοιάζουν πρωτοφανέρωτα, ως συνέπεια δεν μπορούν να συγκριθούν και να αξιολογηθούν δίπλα σε σταθερές του είδους, αν όμως το καταφέρεις ανοίγουν διάπλατα απάτητοι δρόμοι. Τίποτε δεν είναι δεδομένο και τίποτε δεν αποτελεί πανάκεια. Αν υπήρχαν συνταγές ισορροπίας για τέτοια πράγματα θα τις ακολουθούσαμε όλοι και μια χαρά κονσέρβες και φωτοτυπημένα χαρτιά θα ήμασταν, χρειάζεται τόλμη, γνώση και ευθυκρισία, σεβασμός στο αντικείμενο αλλά και στον εαυτό σου. You are what you is.
Μπορείς να θυμηθείς μερικές αξιομνημόνευτες εμφανίσεις σου και συνεργασίες με Έλληνες ή ξένους μουσικούς;
Από ξένους, αμέτρητες, ας δώσω ενδεικτικά μερικά ονόματα: Katie Webster, John Hammond, Louisiana Red, Champion Jack Dupree, Dr Feelgood. Από Έλληνες, θα σταθώ στις πολλές συναυλίες που κάναμε παρέα με τους Σόκρατες και τον αξέχαστο Γιάννη Σπάθα.
Υπήρξαν κάποιες από αυτές στις οποίες ένιωθες δέος για τους μουσικούς;
Σε όλες.
Τι σημαίνει για εσένα, να κυκλοφορούν δουλειές σου στο εξωτερικό;
Χμ, αυτό μου κάνει λίγο σαν παραίσθηση, υπάρχει η αναντίρρητη χαρά πως μοιράζεσαι τη μουσική σου με ανθρώπους στο Περού και στην Αυστραλία, αλλά μέχρι εκεί για μας. Τι συμβαίνει όταν οι δουλειές μεγαλώνουν δεν γνωρίζω ακριβώς, και αν ποτέ δεν το μάθω δεν θα στεναχωρηθώ κιόλας, εκείνο που με καίει αληθινά είναι να μπορώ να παίζω στη σκηνή και να μην οδηγούμαι από αυταπάτες. Big world, small business.
Πώς βλέπεις την εξέλιξη των Blues γενικότερα σήμερα σε σχέση με το βαθύ παρελθόν και ποιες γνώσεις έχεις εσύ προσωπικά αποκομίσει από την εμπειρία σου;
Η εξέλιξη των μπλουζ είναι δεδομένη, ασφυκτιά βέβαια μέσα στον σύγχρονο κόσμο του εύκολα και γρήγορα, υποφέρει από την οπτικοποίηση του τραγουδιού και βασανίζεται με το να βρει λελογισμένη χρήση της τεχνολογίας, ακούω σχεδόν τα πάντα όμως, δύσκολα πάντως πια κάτι με κρατάει για πλήρη, συνεχόμενη και επαναλαμβανόμενη ακρόαση. Όπως είπε κάποτε και ο συνοδοιπόρος μου από την πρώτη μέρα μπασίστας Σωτήρης Ζήσης, κάποτε έβγαιναν 100 δίσκοι το μήνα και οι 80 άξιζαν προσοχής, τώρα βγαίνουν 1000 και ψάχνεις δεκαριά να ξεχωρίσεις. Υπάρχουν διαμάντια που κυκλοφορούν, η διαδικασία του να τα ανακαλύψεις έχει γίνει δύσκολη. Σε προσωπικό επίπεδο, ποτέ δεν ένοιωσα πως έπαψα να είμαι μαθητής, οπότε κάθε στροφή ή παρέκκλιση για μένα φέρνει επιπλέον γνώση.
Τι είναι τελικά αυτό που κάνει τα Blues τόσο διαχρονικά σαν είδος και πώς τα βλέπεις να εξελίσσονται στο μέλλον;
Η δύναμη τους σε επίπεδο επικοινωνίας λόγω της λαϊκής τους καταβολής καθώς και μια ευκολία προσαρμογής σε ποικιλία συνθηκών. Τώρα, είμαι λίγο άθλιος όταν κάνω προβλέψεις και δεν θα πέσω στην παγίδα.
Πόσο κοντά είναι τα blues στην ιδιοσυγκρασία του Έλληνα και τι πιστεύεις ότι έχουν να του προσφέρουν;
Τόσο κοντά όσο στον καθένα. Πρόκειται πλέον για παγκόσμια μουσική γλώσσα, αυθεντική και ειλικρινή, όσο τα ενσωματώνουμε στις ζωές μας οι άνθρωποι τόσο καλυτερεύουμε τις πιθανότητες ενός καλύτερου μέλλοντος.
Μίλησέ μας για το ρόλο του αυτοσχεδιασμού και πώς συμβάλλει στη ζωντανή εμπειρία;
Εδώ μιλάμε για την πεμπτουσία του ιδιώματος. Το γεγονός πως στα αναρίθμητα τζαμ που δρομολογούνται καθημερινά σε όλον τον κόσμο εκείνο που συνήθως ακούγεται είναι «πάμε ένα δωδεκάμετρο από Λα», φανερώνει πως το στοιχείο του αυτοσχεδιασμού είναι βασικό στοιχείο του μπλουζ. Της μαύρης μουσικής θα έλεγα γενικότερα, προεξαρχούσης της τζαζ. Πρόκειται για μια πορεία κάθαρσης, η διαρκής αναμέτρηση με την εκφραστική σου ικανότητα σε συνδυασμό με το αισθητήριο του ακροατηρίου είναι μαγική διαδικασία. Όταν αυτά τα δύο πλησιάζουν, δημιουργούν ένα μικρό θαύμα, αξέχαστες στιγμές πληρότητας και τολμώ να πω ευτυχίας. Δεν είναι πάντα έτσι, αλλά αυτά τα στοιχεία του αυθορμητισμού με το αναπάντεχο αποτελούν τα καλύτερα υλικά για την παραγωγή αξιομνημόνευτων εμπειριών.
Ποια είναι η αγαπημένη σου κιθάρα και τι εξοπλισμό χρησιμοποιείς όταν παίζεις ζωντανά ή όταν ηχογραφείς;
Μετά από πολλά χρόνια αναζητήσεων, ήρθε μια μακρά περίοδος που έπαιζα σταθερά με δυο Telecaster thinline, για διαφορετικούς λόγους με την κάθε μια. Η πρώτη, είναι το όργανο που είχε μέσα της τα περισσότερα τραγούδια για μένα, δεν υπάρχει περίπτωση να την πιάσω στα χέρια μου και μέσα σε λίγα λεπτά να μην προκύψουν φρέσκες ιδέες, με αυτήν έχω συνθέσει μεγάλο μέρος των τραγουδιών μου. Η δεύτερη, παντελώς διαφορετική ιστορία, δεν έκρυβε τραγούδια για μένα αλλά στις συναυλίες ήταν killer, δεν γονάτιζε ποτέ και για τίποτα. Τα τελευταία χρόνια επέστρεψα στον κόσμο της Stratocaster, αυτό συνέβη εξαιτίας της μαύρης που με βλέπετε συνήθως, ένα όργανο που με μάγεψε και κατόρθωσε το αδιανόητο, ν αφήσω στην άκρη τις Tele. Πρέπει να πω όμως πως πάντοτε ψάχνομαι, εδώ και δεκαετίες δεν έχω σταματήσει ν’ αγοράζω, να γεύομαι και κατόπιν να μεταπουλώ κιθάρες, για μένα είναι ένα ζωτικής σημασίας «παιχνίδι» αυτό καθώς κάθε όργανο σε κάνει να μεταστρέφεις ελαφρά ή και αρκετά την οπτική σου και σε οδηγεί από μόνο του σε διαφορετικούς τρόπους προσέγγισης του υλικού. Και βέβαια πάντα είμαι σε αναζήτηση της Les Paul που θα με κατακτήσει, δύσκολο στοίχημα τούτο αν και τώρα που γράφω αυτές τις γραμμές μάλλον έχω φτάσει σε καλό σημείο. Οπότε, τουλάχιστον τα 4-5 τελευταία χρόνια, Stratocaster, κάποια καλά πετάλια, κυρίως fuzz & overdrive και ανά διαστήματα κάποιο τρέμολο και treble booster. Μου αρέσουν πολύ τα πετάλια του Analogman ενώ εκτιμώ πολύ τον δικό μας Jam Pedals, εδώ να σημειώσω πως στη μικρή χώρα μας έχουμε ιδιαίτερα αξιόλογους κατασκευαστές εφέ και εν γένει κιθάρας. Από ενισχυτές, εδώ και πολύ καιρό χρησιμοποιώ τον Zinky Velveteen και συχνά τον Fender Pro Junior, κατασκευές μικρές κι ελαφριές που με εξυπηρετούν και σε συνθήκες λάιβ και σε ηχογραφήσεις σε στούντιο.
Ανατρέχοντας στην καριέρα σου, ποιες ήταν οι στιγμές που σε έκαναν πραγματικά να αισθανθείς περήφανος;
Δίχως να θέλω να υπεκφύγω, κάθε στιγμή που είμαι στο πάλκο και παίζω αισθάνομαι περήφανος. Τράβηξα έναν εν πολλοίς μοναχικό δρόμο και όσο με βλέπετε με μια κιθάρα στα χέρια το καμάρι δεν καταλαγιάζει, σαν μικρό παιδί. Θα σταθώ όμως σε κάτι, αυτό είναι η στιγμή που πρωτοάκουσα σε συναυλία κάποιον να ζητάει να παίξουμε δικό μου τραγούδι. Για μένα υπήρξαν μεγάλος σταθμός εκείνες οι λέξεις, δεν είναι εύκολο ούτε δεδομένο, ειδικά όταν παίζεις ξενόγλωσση μουσική που συνήθως ο κόσμος θέλει ν ακούσει γνωστά κομμάτια από διάσημους καλλιτέχνες. Δεν το ξέχασα ποτέ, είναι ένα παράσημο πολύτιμο. Αυτό, μαζί με το προφανές της συνύπαρξης με γίγαντες του ιδιώματος στο πάλκο που αποτελεί μια κάποια δικαίωση και επιβράβευση όταν αποκτά συνέχεια και σταθερότητα, δείχνει αποδοχή από τους καθ’ ύλη αρμόδιους, πως άξιζε η προσπάθεια, τι άλλο εκτός από περηφάνια να βιώσεις;
Αν ήθελες να κάνεις έναν απολογισμό της πορείας μέχρι σήμερα, ποια θα ήταν τα κυριότερα σημεία που θα τόνιζες, αρνητικά και θετικά;
Δεν είμαι οικείος με τέτοιες σκέψεις, άλλωστε one man’s dream is another’s nightmare, νοιώθω πως βρίσκομαι σε διαδικασία κίνησης και όχι στάσης και απολογισμού, έχω σαν αρχή να μη μετανιώνω αλλά τούτο δεν σημαίνει πως θα επέλεγα την ίδια στάση αν είχα ξανά την ευκαιρία επιλογής. Κάποιες φορές κοιτώντας πίσω λέω πω ρε συ, ωραία τα πήγαμε, άλλες πάλι όλα μου μοιάζουν ασήμαντα και μικρά. Θα πω ένα θετικό κατά τη γνώμη μου, αυτό είναι πως σαν γκρουπ, δείξαμε στο κοινό της Θεσσαλονίκης πως μια μπλουζ συναυλία είναι κατά κανόνα μια καλή εμπειρία, δεν θα κλάψεις τα λεφτά σου και οι πιθανότητες είναι πως θα πας ξανά σε μια. Και σαν συμπλήρωμα απάντησης για την προηγούμενη ερώτηση, βοηθήσαμε ενδεχομένως πολλούς ανθρώπους να γνωρίσουν αυτή τη μουσική και κάποιους νεότερους να ασχοληθούν ως μουσικοί μαζί της.
Τι θα μπορούσες να είσαι αν δεν ήσουν μουσικός;
Καλλιτέχνης σε κάθε περίπτωση, φάνηκε από νωρίς, ασχολήθηκα με την ζωγραφική, την ηθοποιία, πάντα ήθελα να γράφω λέξεις και άλλα. Η τέχνη με ρούφηξε σαν ζουμερή μπουκίτσα, ελπίζω μόνο να ήμουν αρκετά νόστιμος γι αυτήν και να μην της προκάλεσα πεπτικές διαταραχές.
Ως βετεράνος, τι θα συμβούλευες ένα νέο μουσικό που μόλις ανακάλυψε τα blues;
Δεν αισθάνομαι άνετα να μιλάω συμβουλευτικά, ποιος, εγώ που δεν έκανα τίποτε από κείνα που με συμβούλεψαν και υπήρξα πνεύμα αντιλογίας, που δεν υπάκουσα σε προσταγές και παροτρύνσεις, δεν πληρώ τις προϋποθέσεις, δεν είμαι αρμόδιος για κάτι τέτοιο.
Από την άλλη, το να κάνει κάποιος αυτό που αληθινά τον πονάει κι εκείνο που πραγματικά νοιάζεται, είναι παραπάνω από αρκετά.
Famous last words;
Oh well…
ΠΗΓΗ: www.merlins.gr