Ζαν Μαρκ Μποσμάν: Ο… άνθρωπος που άλλαξε το ποδόσφαιρο κατέληξε να ζει σε γκαράζ
Ο Ζαν Μαρκ Μποσμάν δεν έκανε ποτέ καριέρα στο ποδόσφαιρο κι όμως έμελλε να μείνει στην ιστορία, έστω κι αν ο ίδιος δεν έτυχε ποτέ της αναγνώρισης που άξιζε για τη νέα πραγματικότητα που δημιούργησε στο άθλημα και εκμεταλλεύτηκαν χιλιάδες συνάδελφοι του.
Ήταν 15 Δεκεμβρίου του 1995 όταν το ποδόσφαιρο άλλαξε μια για πάντα έπειτα από μια δικαστική απόφαση. Το ευρωπαϊκό δικαστήριο αποφάσισε ότι οι παίκτες ήταν ελεύθεροι να μετακινηθούν σε όποια ομάδα επιθυμούσαν όταν το συμβόλαιο τους τελείωνε, ενώ οι ομάδες της γηραιάς ηπείρου είχαν το δικαίωμα να υπογράψουν όσους παίκτες από χώρες τις Ευρωπαϊκής Ένωσης επιθυμούσαν.
Μολονότι όλοι λίγο πολλοί έχουμε ακούσει για τον «νόμο Μποσμάν», ο άνθρωπος που άλλαξε μια για πάντα το ποδόσφαιρο δεν έτυχε ανάλογης αναγνώρισης. Ο Ζαν Μαρκ Μποσμάν έπειτα από πέντε χρόνια δικαστικών αγώνων εξασφάλισε ένα πολύ πιο άνετο και από θέση ισχύος μέλλον για τον παίκτη. Πέρασε για πάντα στα βιβλία της ιστορίας, ωστόσο στο τέλος της ημέρας ο ίδιος μόνο χαμένος βγήκε απ’ όλη αυτή την υπόθεση, καθώς έχασε τα πάντα και κάποια στιγμή βρέθηκε να μένει στο γκαράζ του πατρικού του.
Έτσι «γεννήθηκε» ο «νόμος Μποσμάν»
Ο Μποσμάν ξεκίνησε με πολλά όνειρα αλλά με τη δικαστική διαμάχη να κρατάει πέντε χρόνια έμεινε για πάντα… άσημος ως ποδοσφαιριστής. Ο Βέλγος μέσος ξεκίνησε την καριέρα του από τη Σταντάρ Λιέγης (1983-88) και στη συνέχεια μετακόμισε στη συμπολίτισσα RFC Λιέγης, όπου έμεινε για δύο σεζόν (1988-1990). Όταν το συμβόλαιο του ολοκληρώθηκε, ήταν 25 ετών κι έτοιμος για το επόμενο βήμα, το οποίο ήταν η Γαλλία κι η Δουνκέρκη, ωστόσο η ομάδα του αρνήθηκε να τον παραχωρήσει, ζητώντας 500.000 στερλίνες. Η μεταγραφή ακυρώθηκε κι ο σύλλογος του Βελγίου προχώρησε σε μείωση αποδοχών της τάξεων του 75% στον παίκτη! Ο Μποσμάν έκανε προσφυγή, για να ξεκινήσει μια μάχη στα πολιτικά δικαστήρια, η οποία κράτησε πέντε χρόνια.
Ο Βέλγος βγήκε νικητής και με αυτό τον τρόπο «γεννήθηκε» ο «νόμος Μποσμάν», ο οποίος έφερε μια νέα πραγματικότητα στο ποδόσφαιρο. Το περιβόητο άρθρο 48 της Συνθήκης της Ρώμης (του 1957!) εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στο άθλημα, όπου τέθηκαν σε ισχύ οι εργασιακοί νόμοι που υπήρχαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κάτι πρωτόγνωρο για την εποχή. Οι επαγγελματίες ποδοσφαιριστές μπορούσαν πλέον να παίρνουν ελεύθερα μεταγραφή εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης από έξι μήνες πριν τη λήξη του συμβολαίου τους, ενώ καταργήθηκε στις αντίστοιχες ομοσπονδίες των χωρών της Ε.Ε. ο περιορισμός σε τέτοιου είδους μεταγραφές, κάτι που σήμαινε ότι οι ομάδες θα μπορούσαν να έχουν όσους «κοινοτικούς» (όπως τους μάθαμε) ήθελαν.
Η FIFA το έκανε διεθνή κανόνα, με τον καθηγητή sports management, Στέφαν Σιμάνσκι να αναφέρει τότε ότι: «Ήταν πραγματικά μια κατάσταση η οποία δεν γινόταν να παραμείνει και αποτέλεσε τεράστιο βήμα για τους παίκτες και τις καριέρες τους».
Ο «χορός» των εκατομμυρίων δεν… άγγιξε ποτέ τον Μπoσμάν
Ο Μπόσμαν κατάφερε να βγει νικητής στη δικαστική διαμάχη του, αλλά στην ουσία αποδείχθηκε ο χαμένος της υπόθεσης. Ο Βέλγος έγινε η αιτία που οι συνάδελφοι του έπαψαν να είναι δέσμιοι των ομάδων, οι οποίες είχαν μέχρι τότε το δικαίωμα να ζητούν αποζημίωση ακόμα κι αν το συμβόλαιο του παίκτη ολοκληρωνόταν.
Επίσης, ο νέος κανονισμός άνοιξε την αγορά και μαζί προσέφερε ευκαιρίες για δεκάδες χιλιάδες ποδοσφαιριστές, οι οποίοι ήταν πλέον ελεύθεροι να διαπραγματευθούν. Πλέον, 26 χρόνια μετά, οι μεγάλοι «σταρ» έχουν αποκτήσει τη δύναμη να χρησιμοποιούν τον συγκεκριμένο κανονισμό ως μέτρο πίεσης για να εξασφαλίζουν ακόμα μεγαλύτερα συμβόλαια. Μαζί με τους αθλητές, κυρίαρχοι είναι κι μάνατζερ τους.
Οι παίκτες βγάζουν πλέον πιο πολλά χρήματα από ποτέ και στο ποδόσφαιρο γίνεται ένας «χορός» εκατομμυρίων, ο οποίος δεν… άγγιξε καν τον Μποσμάν. «Είμαι περήφανος γιατί δημιούργησα πολλές δουλειές, όμως και απογοητευμένος γιατί δεν κέρδισα τίποτα από αυτό» δήλωσε ο ίδιος, ο οποίος όταν κέρδισε τη δίκη είχε φτάσει πλέον τα 31 και μολονότι ήταν ελεύθερος καμία ομάδα δεν τον ήθελε στο ρόστερ της.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τα επόμενα χρόνια πήρε μόλις 1.500.000 δολάρια ως αποζημίωση για τα έξοδα κατά τη διάρκεια της υπόθεσης, ποσό όμως που μειώθηκε δραματικά καθώς φορολογήθηκε από το κράτος. «Υπάρχουν παίκτες που βγάζουν 300.000 τον μήνα. Εγώ ποτέ δεν το είχα αυτό. Αν το είχα για έναν χρόνο, θα ζούσα άνετα για το υπόλοιπο της ζωής μου» έχει πει ο Βέλγος, ο οποίος δέχθηκε ένα μεγάλο ψυχολογικό «χτύπημα», το οποίο τον οδήγησε στον αλκοολισμό και την κατάθλιψη.
Στο… απόλυτο ναδίρ
Ο άνθρωπος που άλλαξε τους κανόνες του παιχνιδιού βρέθηκε στο… απόλυτο ναδίρ! Ο Μποσμάν αναγκάστηκε να πουλήσει το σπίτι του για να καλύψει τα δικαστικά έξοδα κι όπως έγραψε ένας δημοσιογράφος πρόσφατα: «Για 12 χρόνια έκανε λίγα πράγματα από το να πίνει στο μικρό μπαρ που χώριζε την κουζίνα από το σαλόνι του. Μια μέρα κατέρρευσε, χτύπησε το κεφάλι του κάτι που οδήγησε σε μία σειρά από επιληπτικές κρίσεις». Τα πράγματα έγιναν ακόμα χειρότερα όταν συνελήφθη για βιαιοπραγία, καθώς ξέσπασε όταν η 15χρονη κόρη της κοπέλας του αρνήθηκε να του βάλει ένα ακόμα ποτό!
Ο Μποσμάν κατέληξε να ζει στο γκαράζ του πατρικού του σπιτιού, με το γονικό επίδομα των 700 ευρώ που έπαιρνε από το βελγικό κράτος και κάποια λίγα χρήματα από κάποιες συνεντεύξεις. Ενδεχομένως, εκεί να σκέφτηκε και τις δελεαστικές προτάσεις που είχε για να κάνει πίσω.
Γιώργος Δώνης, ο πρώτος Έλληνας
Ο πρώτος Έλληνας που εκμεταλλεύτηκε τον «νόμο Μποσμάν» ήταν ο Γιώργος Δώνης, ο οποίος έκανε εξαιρετικές εμφανίσεις με τον Παναθηναϊκό, προκαλώντας το ενδιαφέρον ξένων συλλόγων. Τον Ιούνιο του 1996 πήρε μεταγραφή στην πρωταθλήτρια Αγγλίας, Μπλάκμπερν, υπογράφοντας συμβόλαιο έναντι 1.1 δις δραχμών που αποτέλεσε ρεκόρ για Έλληνα ποδοσφαιριστή εκείνη την εποχή. Γενικότερα, τα επόμενα χρόνια ακολούθησαν χιλιάδες ποδοσφαιριστές, απ’ όλες τις χώρες της Ευρώπης, που έκαναν χρήση του νόμου. Πόσοι θυμήθηκαν τον Μπoσμάν; Μόνο τα αδέρφια Ντε Μπουρ κι ο Ραμπιό, οι οποίοι του έδωσαν κάποιες χιλιάδες ευρώ για να τον βοηθήσουν.
«Μου συμπεριφέρθηκαν λες και είμαι εγκληματίας πολέμου»
Το τελευταία χρόνια, τα πράγματα πηγαίνουν καλύτερα για τον Μποσμάν, ο οποίος προσπαθεί να βάλει σε μια τάξη τη ζωή του, ωστόσο τα σημάδια που του άφησε όλο αυτό είναι ανεξίτηλα. Όπως έχει τονίσει, άλλωστε: «Δεν παρακολουθώ πλέον ποδόσφαιρο. Είναι ένα προϊόν διαφήμισης και μάρκετινγκ».
Ως επίλογο παραθέτουμε τα όσα έχει πει για την περιπέτεια του…
«Έζησα μια δυστυχισμένη ζωή. Άλλοι εκμεταλλεύτηκαν τον αγώνα μου και πλούτισαν. Πίστευα πως μετά την απόφαση του δικαστηρίου θα είχα μια όμορφη ζωή. Δεν πίστευα πως το ποδόσφαιρο θα είναι έτσι. Εάν έπρεπε να κάνω το ίδιο πράγμα, θα το έκανα. Δεν θα άλλαζα το όνομα μου για να βρω δουλειά.
Ο νόμος Μποσμάν φέρει την σφραγίδα της ζωής μου. Ήμουν νέος και ωραίος. Τώρα είμαι γέρος, χοντρός και καραφλός. Πολλοί παίκτες δεν θα με αναγνωρίσουν εάν με δουν. Ίσως να μην είμαι εδώ σε 20 χρόνια, αλλά η υπόθεση μου πάντα θα υπάρχει. Είμαι για το ποδόσφαιρο ότι ο Λεχ Βαλέσα για την δημοκρατία. Όλοι είχαν την ευκαιρία να εκμεταλλευτούν τον νόμο Μποσμάν, εκτός από μένα. Είμαι λίγο απογοητευμένος γιατί μπορεί να με ξέρουν σε όλο τον κόσμο, αλλά μου συμπεριφέρθηκαν λες και είμαι εγκληματίας πολέμου. Όλοι με γνωρίζουν, αλλά όταν κοιτάζω την τσέπη μου είναι άδεια».